«Όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις, θα πρέπει να
αναστείλουμε προσωρινά ή να καθυστερήσουμε κάποιες από τις εξαγγελίες.
Θα το κάνουμε για να δώσουμε εμπιστοσύνη στους Ευρωπαίους εταίρους μας».
Αυτό δήλωσε, την Παρασκευή, ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκης, σε
συνέντευξη στο πλαίσιο οικονομικού φόρουμ, που διοργανώθηκε από το
ίδρυμα «The European House: Ambrosetti», στο Κόμο της Β. Ιταλίας.
Θυμίζουμε ότι πρόκειται για τη λεγόμενη «ευρωπαϊκή Λέσχη
Μπίλντερμπεργκ», που είχε τιμήσει πέρυσι με την παρουσία του ο ίδιος ο
Αλ. Τσίπρας.
Η ομιλία του Γ. Βαρουφάκη είναι πολύ διαφωτιστική για
το ποιανού τα συμφέροντα υπερασπίζεται η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
στις διαπραγματεύσεις της στην ΕΕ με τους δανειστές καθώς και στα
διάφορα διεθνή φόρα που συμμετέχει. Ετσι, λοιπόν, ενώ από τη μια ο
υπουργός Οικονομικών «κούρεψε» και «πάγωσε» οποιεσδήποτε εξαγγελίες
απευθύνονταν στα εργατικά - λαϊκά στρώματα, την ίδια στιγμή διαβεβαίωνε
τα εξής: Η Ελλάδα θα τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της αποπληρωμής του
χρέους της καθώς και ότι «μπορούμε να ολοκληρώσουμε την αξιολόγηση της
συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου (...) Εχουμε μία δέσμευση, όλοι μας, να
καταλήξουμε σε μία συμφωνία έως τις 20 Απριλίου».
Την ίδια ώρα, βεβαίως, ο Γ. Βαρουφάκης ζήτησε, για
λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων της Ελλάδας, από την ΕΕ ένα
«μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα», ένα «Ευρωπαϊκό New Deal», που θα σημάνει
στήριξή τους και με «ζεστό» χρήμα («ένα σοκ κεϋνσιανισμού», όπως έγραφε
χτες αστική εφημερίδα).
Στον αστικό Τύπο, βεβαίως, επικεντρώθηκαν στις
«ρομαντικές βόλτες» στη λίμνη Κόμο και τους διέφυγε πως ο Γ. Βαρουφάκης
δεν έμεινε μόνο εκεί, έδωσε και άλλες εξηγήσεις. Είπε λοιπόν:
-- Οτι η συγκυβέρνηση δεν υποσχέθηκε «ούτε 1 ευρώ σε
όποιον βγάζει πάνω από 700 ευρώ το μήνα», παρά μόνο μικρές αυξήσεις σε
«πολύ πολύ μικρές συντάξεις».
-- Δεν υποσχεθήκαμε τίποτα στη μεσαία και την
κατώτερη μεσαία τάξη (...) Το πρόγραμμά μας είναι για 4 χρόνια (...) Οι
υποσχέσεις που δώσαμε είναι να γίνουν μέσα σε αυτό το χρονοδιάγραμμα.
Δηλαδή, ο Γ. Βαρουφάκης είπε ότι η κυβέρνηση δεν έχει
στόχο την ανάκτηση απωλειών των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων
(δεν συζητάμε καν για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών), ενώ
καθησύχασε ότι όλες οι υποσχέσεις τους παραπέμπονται σε βάθος 4ετίας
και βλέπουμε, σε συνάρτηση βεβαίως με την πορεία της οικονομίας.
Αλλωστε, δε θα μπορούσε να κάνει και αλλιώς. Οι προτεραιότητες στήριξης
της ανάκαμψης του κεφαλαίου που βάζει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης
μπορούν να «αντέξουν» μόνο ορισμένα ψίχουλα για όσους βρίσκονται στο
φάσμα της ακραίας φτώχειας και αυτά υπό αίρεση. Την ίδια ώρα, βεβαίως, η
κυβερνητική προπαγανδιστική μηχανή προσπαθεί να μετατρέψει το μαύρο σε
άσπρο, να εμφανίσει την κυβέρνηση ως υπερασπιστή των προσδοκιών και των
ελπίδων των εργαζομένων και του λαού... οι οποίες ταυτίζονται με την
«αγωνία» για το σε ποια αίθουσα θα συνεδριάζει και θα εποπτεύει η
«τρόικα» που βαφτίστηκε «ομάδα των Βρυξελλών»! Ενώ, βεβαίως, πυκνώνουν
οι εκκλήσεις για τον «πατριωτισμό του λαού», για το ότι δεν πρέπει να
υπάρχει «ανυπομονησία» καθώς και η ανακάλυψη (κι άλλης) «καμένης γης»
που παρέλαβαν από τους προηγούμενους. Η προπαγανδιστική σκόνη που
σηκώνεται με αυτά και με άλλα προσπαθεί να κρύψει την ουσία, ότι η
διαπραγμάτευση για την οποία καλείται ο λαός στην εξέδρα να πανηγυρίζει,
να αγωνιά και να χειροκροτεί στο πλευρό της κυβέρνησης, δεν έχει ως
αντικείμενο τα δικά του συμφέροντα αλλά τα συμφέροντα αυτών που του
φόρτωσαν τα βάρη της κρίσης και τώρα του ετοιμάζουν τα βάρη της
ανάκαμψης. Το ερώτημα είναι: Θα το δεχτεί αμαχητί;