Η έξοδος από την κρίση σε όφελος του κεφαλαίου και η καπιταλιστική ανάπτυξη δε φέρνουν κανένα όφελος για το λαό.
Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων ΑΠΕ - ΜΠΕ, 26/2/2015 η ανεργία στη Γερμανία μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο
των τελευταίων δύο δεκαετιών και πλέον το Φλεβάρη και συνεχίζει να είναι το χαμηλότερο από την ενοποίηση της Γερμανίας το 1990. Το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε στο 6,9% το Φλεβάρη, από 7% το Γενάρη, ποσοστό το οποίο αντιστοιχεί σε ένα σύνολο περίπου 3,017 εκατ. ανέργων, έναν αριθμό μειωμένο κατά περίπου 15.000 πρόσωπα ανάμεσα στους δύο μήνες. «Σταθερή σαν βράχος. Η αγορά εργασίας της Γερμανίας συνεχίζει την επιτυχία της, δίνοντας περαιτέρω ενδείξεις για την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης (...) Κοιτώντας μπροστά, η αγορά εργασίας αναμένεται (...) να συνεχίσει να είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη», σχολίασε ο Κάρστεν Μπρέσκι, οικονομολόγος της ING.
Βαθαίνουν οι κοινωνικές ανισότητες
Και ενώ τα επίσημα στοιχεία παρουσιάζουν μείωση της ανεργίας, την ίδια ώρα σε ρεπορτάζ του REUTERS, («Ημερησία» 20/2/2015), αναφέρεται ότι «ποτέ άλλοτε η φτώχεια δεν ήταν τόσο διευρυμένη στη Γερμανία». Αυτό επισήμανε κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στο Βερολίνο ο Ούλριχ Σνάιντερ, πρόεδρος της «Paritatische Gesamtverband», της Ομοσπονδίας στην οποία συμμετέχουν 10.000 οργανώσεις κοινωνικής αρωγής και του τομέα της Υγείας.
Στην έκθεση, που τιτλοφορείται «Ραγισμένη Δημοκρατία» καταγράφεται το υψηλότερο «στην ιστορία» ποσοστό φτώχειας μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990, καθώς αυξήθηκε από το 15% το 2012 στο 15,5% το 2013 (12,1 εκατομμύρια άνθρωποι το 2012, 12,5 εκατομμύρια το 2013, επί του συνόλου του πληθυσμού των 80 εκατομμυρίων κατοίκων).
Μονογονεϊκές οικογένειες, συνταξιούχοι και πολλοί ανήλικοι πλήττονται ως επί το πλείστον, υπογραμμίζεται στην έκθεση, που εξηγεί ότι το 43% των μονογονεϊκών οικογενειών και σχεδόν το 60% των ανέργων έχει καταγραφεί ότι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, έχοντας κατά μέσον όρο εισοδήματα μικρότερα του 60% του μέσου εισοδήματος στη Γερμανία. Επίσης 1,3 εκατομμύριο άνθρωποι, παρότι εργάζονται, χρήζουν πρόσθετης οικονομικής στήριξης, 2,5 εκατομμύρια παιδιά πηγαίνουν σχολείο δίχως να έχουν πάρει πρωινό, ενώ εκατομμύρια χαμηλοσυνταξιούχοι τρέφονται ανεπαρκώς. Αλλωστε, υπάρχουν συνταξιούχοι με 180 ευρώ σύνταξη! Στη Γερμανία είναι χαρακτηριστική η έκφραση «άνεργος = άστεγος». Ισως ακούγεται υπερβολικό, αλλά επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων νοικιάζει σπίτι για να μένει, το δε νοίκι είναι στο ύψος σχεδόν του μισού κατώτατου μισθού, αν δεν έχει δυνατότητα φιλοξενίας, ο άνεργος δεν μπορεί να πληρώσει νοίκι και γίνεται άστεγος.
Ο Σνάιντερ ανέφερε ότι οι συνταξιούχοι έχουν πληγεί «από το 2006 από την πλέον ραγδαία άνοδο της φτώχειας», καταγγέλλοντας επιπλέον την «πλήρη αποσύνδεση» μεταξύ των θετικών αποτελεσμάτων που καταγράφει η γερμανική οικονομία και της ανόδου της φτώχειας στη χώρα.
Αλήθεια, τι σημαίνουν τα πιο πάνω στοιχεία; Οτι βαθαίνουν οι κοινωνικές ανισότητες. Είναι γεγονός ότι οι ελαστικές ή ευέλικτες μορφές εργασίας επεκτείνονται έτσι που μαζί με τα διάφορα προγράμματα ανακύκλωσης της ανεργίας - γενικευμένα στην ΕΕ, άρα εφαρμόζονται και στη Γερμανία - να εμφανίζουν τυπικά μειωμένη την ανεργία. Υπήρξε στα μέσα του 2014 αρθρογραφία με την επισήμανση ότι η ανεργία στη Γερμανία μειώνεται, αλλά οι συνολικές ώρες εργασίας δεν αυξάνονται. Αρα έχουμε ευελιξία. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μορφές «μίνι τζομπς», δηλαδή «μικρή εργασία» άρα ελαστικές, ευέλικτες μορφές εργασίας, μικροαπασχόληση διαφόρων μορφών, εξαπλώνονται ραγδαία στη Γερμανία. Αυτό βεβαίως συνοδεύεται από ραγδαία μείωση μισθού. Για παράδειγμα με 400 ευρώ, τόσος είναι ο μισθός των «μίνι τζομπς», στη Γερμανία δεν μπορείς να ζήσης, αφού μόνο το ενοίκιο είναι μεγαλύτερο. Και στα «μίνι τζομπς» δουλεύουν πάνω από 7,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι και αυξάνονται. Αρα και η εκτίμηση ότι η αγορά εργασίας της Γερμανίας συνεχίζει την επιτυχία της, δίνοντας περαιτέρω ενδείξεις για την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, μάλλον καλλιεργεί παρηγοριά. Γιατί η άνοδος της φτώχειας άλλο πράγμα, το αντίθετο, δείχνει.
Επίσης, η όποια ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας της Γερμανίας - γιατί υπήρξε μετά την κρίση, δηλαδή από το 2010 και μετά (στο τέλος του 2014 εκδηλώθηκε επιβράδυνση της οικονομίας της Γερμανίας) - δε συνοδεύτηκε από άμβλυνση της φτώχειας.
Και στις ΗΠΑ
Το ίδιο έχει συμβεί και στις ΗΠΑ. Πρόσφατα ο Π. Κρούγκμαν έγραψε στους «New York Times»: «Υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στην Αμερική του 2015 και εκείνη της δεκαετίας του 1990. Η τηλεόραση είναι πολύ καλύτερη, η κατάσταση των εργαζομένων πολύ χειρότερη». Επίσης στην «HuffPost Greece» δημοσιεύθηκε στις 21/01/2015 και αναδημοσιεύτηκε στο «reporter.gr» ρεπορτάζ από το ετήσιο διάγγελμα του Μπ. Ομπάμα το οποίο αναφέρει: «Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη της παγκόσμιας τραπεζικής κρίσης, ο Μπάρακ Ομπάμα θέτει θέμα μείωσης των οικονομικών ανισοτήτων και ρύθμισης της αγοράς εργασίας. Η αύξηση του κατώτατου μισθού είχε αναγγελθεί από την κυβέρνηση Ομπάμα εδώ και 2 χρόνια, ωστόσο τώρα που η ανεργία μειώνεται στις ΗΠΑ, κατάφερε να φέρει ξανά το θέμα στο τραπέζι. Φυσικά το σημείο αφετηρίας είναι εξαιρετικά χαμηλό: Ο Ομπάμα θεσμοθέτησε κατώτατο μεροκάματο 10 δολαρίων για τους εργαζόμενους με ομοσπονδιακά συμβόλαια».
Και όλ' αυτά όταν η καπιταλιστική οικονομία των ΗΠΑ έχει βγει εδώ και δύο χρόνια από την κρίση και αναπτύσσεται με ρυθμούς περίπου 2,5%. «Η ανάπτυξη επιβεβαιώνεται αλλά οι μισοί πολίτες χάνουν τα εισοδήματά τους. Οι ανισότητες αυξάνονται όπως και εκείνοι που έχουν όλο και λιγότερα να ξοδέψουν.Την ίδια ώρα, εταιρείες όπως η "Apple" αλλά και άλλοι παγκόσμιοι κολοσσοί κάθονται πάνω σε βουνά ζεστού χρήματος που δεν ξέρουν τι να τα κάνουν. Τα χρήματα συγκεντρώνονται στα χέρια λίγων "happy fews", επιχειρήσεων και ιδιωτών» (από άρθρο του Eric Le Boucher στην οικονομική εφημερίδα «Les Echos»).
Αλλωστε, η διαχείριση της κρίσης σε όφελος του κεφαλαίου προϋπέθετε μέτρα μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης, μειώσεις από παροχές του κράτους σε υπηρεσίες προς τα λαϊκά στρώματα, φόρους, άρα μείωση γενικότερα και του εργατικού εισοδήματος και του εισοδήματος των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Πριν από χρόνια οι αντιλαϊκές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις
Η φτώχεια, λοιπόν, μπορεί να αυξάνεται με την αύξηση των ολοένα και περισσότερων κακοπληρωμένων εργαζομένων όπως τα «μίνι τζομπς», αλλά και την καταβαράθρωση της όποιας «κοινωνικής» πολιτικής υπήρχε στη Γερμανία. Τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται από τη φτώχεια αναδεικνύουν και άλλο ένα ζήτημα που έχει σχέση με τις δραστικές περικοπές στην όποια κοινωνική - επιδοματική πολιτική υπήρχε έως το 2004, με την πολιτική που αποφάσισαν και άρχισαν πρώτοι να εφαρμόζουν οι σοσιαλδημοκράτες υπό τον Γκ. Σρέντερ, την «Ατζέντα 2010». Γι' αυτό πλήττονται μονογονεϊκές οικογένειες, συνταξιούχοι, άνεργοι και πολλοί ανήλικοι.
Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους εργαζόμενους. Αλλωστε, μόλις πρόσφατα έδωσαν μια μικρή αύξηση στους κατώτατους μισθούς κατά 1,8%, με δεδομένο ότι από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 έως και το 2009 οι Γερμανοί εργοδότες, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, κατάφεραν να παγώσουν ουσιαστικά τους μισθούς, αφού έως το 1999 ήταν στάσιμοι, στη συνέχεια έως το 2009 μειώθηκαν, ενώ μετά έδιναν αυξήσεις 0,5% έως 0,7%. Αύξηση μισθών 3,4% επίσης εξασφάλισε το γερμανικό συνδικάτο IG Metall, (συνδικάτο μετάλλου που συμπεριλαμβάνει και την αυτοκινητοβιομηχανία), με την προσδοκία να υπάρξει αύξηση στην κατανάλωση, αύξηση της ζήτησης ως μέσο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Βεβαίως, μετά το πάγωμα των μισθών και την τεράστια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, που σημαίνει τεράστια αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης όλα τα προηγούμενα χρόνια, τα μονοπώλια στον κλάδο του μετάλλου έβγαλαν τεράστια κέρδη. Τώρα μετά από τόσα χρόνια «πάγωμα» και με στόχο την αύξηση της εσωτερικής ζήτησης επιστρέφουν ένα μικρό μέρος με την αύξηση μισθών. Αλλωστε, οι καπιταλιστές έδιναν από μόνοι τους αύξηση 2,2%.
Πρόσφατα, σύμφωνα με τη Γιούροστατ, στη Γερμανία καταγράφεται αύξηση 5,4% στον όγκο των λιανικών πωλήσεων το μήνα Γενάρη του 2015 σε σχέση με το Γενάρη του 2014. Αυτό έρχεται μετά από υποχώρηση της εγχώριας ζήτησης 2% τουλάχιστον από τον Αύγουστο του 2014 και μετά. Εκτιμάται ότι οφείλεται στην πτώση της τιμής του πετρελαίου που συνέβαλε στη μείωση των τιμών των εμπορευμάτων. Ισως και να έχει βάση, αλλά ήδη η τιμή του πετρελαίου ξαναπαίρνει την ανιούσα. Αρα δεν είναι σταθερό στοιχείο συμβολής στη συνεχή αύξηση της ζήτησης, συνεχή αύξηση των λιανικών πωλήσεων.
Επίσης, από μόνο του ως στοιχείο, η αύξηση των λιανικών πωλήσεων, η αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές ως προς την αντιστροφή του φαινομένου της φτώχειας όσο και αν δείχνει στη δοσμένη στιγμή αύξηση της εσωτερικής ζήτησης. Αφενός γιατί δεν δείχνει αναλυτικά στοιχεία σε ποια είδη αυξήθηκε η λιανική πώληση και από ποιες κοινωνικές δυνάμεις, ποιες ανθρώπινες ανάγκες καλύπτει αυτή η αύξηση και για ποιους, αφετέρου δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι αυτά τα τμήματα του πληθυσμού, που αναφέρονται παραπάνω ότι ζουν στη φτώχεια, αλλά και τα τμήματα των εργαζομένων που αμείβονται ελάχιστα, έχουν ελαστικές σχέσεις εργασίας κλπ., μειώνονται, δηλαδή αυξάνεται το εισόδημά τους.
Στρατηγική του κεφαλαίου οι αναδιαρθρώσεις
Εχουμε πολλές φορές αναφέρει ότι οι αντεργατικές, αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που ωθούν σε μεγάλη φτώχεια, αλλά είναι στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο, αφού επιδρούν στην αύξηση των κερδών του, αυξάνοντας ταυτόχρονα την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και τη φτώχεια, δεν εφαρμόζονται μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την ΕΕ, όπως δείχνουν τα στοιχεία και για τη Γερμανία, τη λεγόμενη ατμομηχανή της καπιταλιστικής οικονομίας της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Ο συνδυασμός όλων των παραπάνω στοιχείων δείχνει ότι οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις είτε σε συνθήκες ανάπτυξης είτε σε συνθήκες κρίσης αποτελούν στρατηγική του κεφαλαίου για τη διευκόλυνση της διευρυμένης αναπαραγωγής κερδών και κεφαλαίου. Δείχνει ταυτόχρονα ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις αντιφάσεις του, από τη μια να θέλει αύξηση της ζήτησης άρα και ανάλογα εισοδήματα και από την άλλη να μην τα εξασφαλίζει, γιατί εμποδίζεται η αύξηση του ποσοστού κέρδους. Ολ' αυτά όπως και η κρίση που αποτελούν την αιτία της κόλασης που ζει η εργατική τάξη, είναι σύμφυτα με το σύστημα της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και μόνον η κοινωνικοποίησή τους, δηλαδή η ανατροπή του καπιταλισμού, θα απαλλάξει τους εργαζόμενους από τα βάσανα της ζωής τους.