Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Με γνωστή πυξίδα!

Για την «απόλυτη αφοσίωση» της συγκυβέρνησης στην προσπάθεια για επίτευξη συμφωνίας στα αντιλαϊκά παζάρια με τους δανειστές διαβεβαίωσε το εγχώριο κεφάλαιο ο Αλ. Τσίπρας, μιλώντας στη συνέλευση του ΣΕΒ τη Δευτέρα, ενώ παράλληλα «διαφήμισε» την πλήρη ευθυγράμμιση του «εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου» της κυβέρνησής του με τα «υπομνήματα» που υποβάλλουν οι βιομήχανοι για την
παραπέρα κρατική στήριξη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς τους.
«Καθήκον και αποστολή μας», τόνισε, είναι «να διαπραγματευτούμε σκληρά και με ασφάλεια, ώστε να αποκομίσουμε τα περισσότερα δυνατά οφέλη».
Μια ματιά στα «προαπαιτούμενα», που έθεσε ο πρωθυπουργός, είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς για λογαριασμό ποιανού γίνεται η διαπραγμάτευση, ποιος είναι αυτός που έχει να προσδοκά οφέλη: Συγκεκριμένα, ως όρους για τη συμφωνία περιέγραψε την αντιμετώπιση του «χρηματοδοτικού προβλήματος του Δημοσίου» σε συνδυασμό με την «προοπτική αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους», τα «χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, κυρίως φέτος και το 2016, ώστε (...) να ανακτήσουμε τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο για να βγει η χώρα στην ανάπτυξη» και «ένα επενδυτικό πακέτο για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας». Ένα προς ένα, δηλαδή, ζητήματα που αφορούν την πολύμορφη κρατική στήριξη της ανάκαμψης των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων.
Όσο για το τέταρτο «προαπαιτούμενο», δηλαδή τη «μη επιβολή νέων μέτρων περικοπών σε μισθούς και συντάξεις», στην ουσία αποτελεί δέσμευση ότι θα διατηρηθούν οι ήδη πετσοκομμένοι μισθοί και συντάξεις, οι τεράστιες απώλειες του λαού στα χρόνια της κρίσης.
«Τι ανάπτυξη χρειαζόμαστε; Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα της περιόδου που θέτει τις πολιτικές και κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές τόσο στην Ελλάδα και την Ευρώπη, όσο και στον κόσμο ολόκληρο», υπογράμμισε στην ομιλία του ο Αλ. Τσίπρας και ως προς αυτό φυσικά δε θα διαφωνήσουμε μαζί του: Η πραγματική διαχωριστική γραμμή - την οποία βέβαια και ο ίδιος προσπάθησε επιμελώς να «θολώσει» - είναι μία: Ανάπτυξη για το λαό ή ανάπτυξη για τα μονοπώλια.
Και σε αυτήν τη διαχωριστική γραμμή, η ταξική τοποθέτηση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, είναι σαφής. Γι' αυτό και στο «Εθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο» που παρουσίασε ο Αλ. Τσίπρας, η ευθυγράμμιση του οποίου με το «υπόμνημα» των «82 προτάσεων σε 11 άξονες πολιτικής» που έδωσε στη δημοσιότητα την ίδια μέρα ο ΣΕΒ «βγάζει μάτι», απουσιάζει και η παραμικρή αναφορά στην ικανοποίηση των εργατικών - λαϊκών αναγκών.
Προκειμένου να μπορέσει το κεφάλαιο να εκμεταλλευτεί «στο ακέραιο» τα «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα», έταξε μια σειρά από νέα προνόμια και αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις: Προσαρμογή του αστικού κράτους στις σύγχρονες ανάγκες του εγχώριου κεφαλαίου, «απλοποίηση διαδικασιών αδειοδότησης επιχειρήσεων», «σταθερό φορολογικό περιβάλλον» ως το «κυριότερο κίνητρο για την προσέλκυση μακροπρόθεσμων στρατηγικών επενδύσεων», νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για την κρατική στήριξη των επενδύσεων του κεφαλαίου (μέσω της δημιουργίας της «Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας», του «πακέτου Γιούνκερ» κ.ά.).
Όλα τα παραπάνω, συνολικά τον αντιλαϊκό στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να τα ντύσει με το μανδύα της «κοινωνικής δικαιοσύνης», μιλώντας μάλιστα για έναν «ενάρετο κύκλο βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης», η οποία θα διασφαλίζεται μέσω «πολιτικών αναδιανομής των ωφελημάτων της», αλλά και της... συμβολής των ίδιων των βιομηχάνων, τους οποίους κάλεσε να «συστρατευτούν» για την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας!
Πρόκειται για συνειδητή απάτη, όχι μόνο γιατί καλεί... τους λύκους να μην τρώνε τα πρόβατα, αλλά γιατί η ίδια η καπιταλιστική ανάπτυξη και τα «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα» του κεφαλαίου προϋποθέτουν το διαρκές ξεζούμισμα των εργαζομένων, τη διατήρηση του ήδη διαμορφωμένου αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου.