Όποιος
άντεξε να παρακολουθήσει την πολύωρη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών
και Διαφάνειας της Βουλής, τη Δευτέρα, εκτός από τις ανακριτικού
χαρακτήρα ερωτήσεις προς τα προτεινόμενα 5 μέλη του ΔΣ, θα διαπίστωσε
την αγωνιώδη προσπάθεια τόσο της κυβέρνησης όσων και των προτεινόμενων
από αυτήν μελών του ΔΣ -ιδιαίτερα του νέου προέδρου Δ. Τσακνή και του
νέου διευθύνοντος συμβούλου Λ. Ταγματάρχη- να πείσουν για την
«ανεξαρτησία» της νέας ΕΡΤ.
Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν προκύπτει
πουθενά από το νόμο, αφού τα 5 από τα 7 μέλη του ΔΣ διορίζονται από τον
εκάστοτε υπουργό Επικρατείας. Η διαδικασία στην Επιτροπή της Βουλής
είναι μια τυπική διαδικασία έκφρασης
γνώμης, χωρίς δεσμευτικότητα, για
την επικύρωση ουσιαστικά προειλημμένων αποφάσεων. Επίσης, το νέο ΔΣ
είναι υποχρεωμένο να κινείται μέσα στα ασφυκτικά και αντεργατικά πλαίσια
που καθορίζει ο ψηφισμένος από την κυβέρνηση νόμος.
Άρα οι κορόνες και οι όποιες καλές
προθέσεις για την ανεξαρτησία της ΕΡΤ είναι «στον αέρα». Και ούτε είναι
ανάγκη ο εκάστοτε υπουργός να παίρνει τηλέφωνο το ΔΣ για να υπαγορεύει
επιλογές. Αυτά, άλλωστε, λύνονται με άλλον τρόπο.
Όμως η συνεδρίαση στην Επιτροπή της Βουλής ανέδειξε και ένα άλλο ουσιαστικό ζήτημα:
Όταν οι μελλοντικοί «διοικητές»
της νέας ΕΡΤ ανέχονται και αποδέχονται αδιαμαρτύρητα μια εξευτελιστική
διαδικασία σε βάρος τους, με ερωτήσεις που παραπέμπουν σε «ιερά εξέταση»
και μάλιστα σε μια συνεδρίαση με εντελώς τυπικό και όχι ουσιαστικό
χαρακτήρα, είναι δυνατόν αυτοί οι άνθρωποι να προσφέρουν εχέγγυα
ανεξαρτησίας και αντίστασης ενάντια στις όποιες κυβερνητικές πιέσεις
τούς ασκηθούν με φανερό ή συγκαλυμμένο τρόπο στο μέλλον;
Ασφαλώς και όχι, επιβεβαιώνοντας αυτό
που από την πρώτη στιγμή έχει πει το ΚΚΕ, ότι δηλαδή η νέα ΕΡΤ θα είναι
άλλο ένα κρατικό - κυβερνητικό φερέφωνο. Και σ’ αυτό πρέπει να
αντισταθούν τόσο οι εργαζόμενοι, που δεν πάλεψαν τόσους μήνες μόνο για
το αυτονόητο δικαίωμα στη δουλειά, όσο κι όλος ο λαός, που πληρώνει από
το υστέρημά του για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.