Όλη
η δημόσια περιουσία, ακόμη και τα μελλοντικά έσοδα που θα προκύψουν από
την εκμετάλλευση του ορυκτού και φυσικού πλούτου της χώρας, εντάσσει η
συγκυβέρνηση στο περιβόητο νέο και «ανεξάρτητο» Ταμείο Αξιοποίησης
περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, σύμφωνα με non paper του υπουργείου
Οικονομικών.
Αναφέρει συγκεκριμένα πως «στο Ταμείο θα περιέλθουν περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου, μετοχές των κρατικών επιχειρήσεων, υποδομές καθώς και ακίνητα του ελληνικού δημοσίου. Στο Ταμείο πιθανόν να ενταχθούν και όλα τα μελλοντικά έσοδα που θα προκύψουν από την εκμετάλλευση του ορυκτού και φυσικού πλούτου της χώρας -υδρογονάνθρακες, κλπ.».
Εκφράζοντας τα ζητούμενα του εγχώριου κεφαλαίου, που θέλει «μερτικό» από τα εν λόγω «φιλέτα», αλλά και μεγαλύτερες δυνατότητες ενίσχυσής του από το αστικό κράτος, το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει ότι «η ένταξη
περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου στο Ταμείο δεν σημαίνει απαραίτητα και πώλησή τους, σε αντίθεση με τα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ που είναι προς πώληση» αλλά «κάποια ακίνητα πράγματι μπορεί να πουληθούν, για ορισμένα να υπάρξουν μακροχρόνιες παραχωρήσεις και άλλα να δημιουργούν εισόδημα που θα εισρέει στο Ταμείο», ενώ επίσης «το Ταμείο θα πρέπει να "εφευρίσκει" τρόπους να έχει μόνιμα έσοδα». Ποσοστό των εσόδων θα χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση των τραπεζών, αλλά και για την «ανάπτυξη» με τη μορφή «ζεστού» χρήματος και πολύμορφης κρατικής στήριξης στα εγχώρια μονοπώλια.
Η συμφωνία της 12ης Ιούλη, προβλέπει τη δημιουργία ενός Ταμείου στο οποίο, με ορίζοντα 30ετίας, θα δημιουργηθεί ένα αποθεματικό ύψους 50 δισ. ευρώ ως αξία των περιουσιακών του στοιχείων όπως ακίνητα, μετοχές κι άλλα περιουσιακά στοιχεία.Το υπουργείο Οικονομικών, το χαρακτηρίζει «κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο» στο οποίο θα έχουν λόγο οι δανειστές μέσω της Κομισιόν καθώς αναφέρει ότι «η έδρα του Ταμείου θα είναι η Αθήνα (και όχι το Λουξεμβούργο), θα ελέγχεται από την ελληνική κυβέρνηση, ενώ από την Κομισιόν θα υπάρχει μόνο εποπτεία».
Αναφέρει συγκεκριμένα πως «στο Ταμείο θα περιέλθουν περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου, μετοχές των κρατικών επιχειρήσεων, υποδομές καθώς και ακίνητα του ελληνικού δημοσίου. Στο Ταμείο πιθανόν να ενταχθούν και όλα τα μελλοντικά έσοδα που θα προκύψουν από την εκμετάλλευση του ορυκτού και φυσικού πλούτου της χώρας -υδρογονάνθρακες, κλπ.».
Εκφράζοντας τα ζητούμενα του εγχώριου κεφαλαίου, που θέλει «μερτικό» από τα εν λόγω «φιλέτα», αλλά και μεγαλύτερες δυνατότητες ενίσχυσής του από το αστικό κράτος, το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει ότι «η ένταξη
περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου στο Ταμείο δεν σημαίνει απαραίτητα και πώλησή τους, σε αντίθεση με τα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ που είναι προς πώληση» αλλά «κάποια ακίνητα πράγματι μπορεί να πουληθούν, για ορισμένα να υπάρξουν μακροχρόνιες παραχωρήσεις και άλλα να δημιουργούν εισόδημα που θα εισρέει στο Ταμείο», ενώ επίσης «το Ταμείο θα πρέπει να "εφευρίσκει" τρόπους να έχει μόνιμα έσοδα». Ποσοστό των εσόδων θα χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση των τραπεζών, αλλά και για την «ανάπτυξη» με τη μορφή «ζεστού» χρήματος και πολύμορφης κρατικής στήριξης στα εγχώρια μονοπώλια.
Η συμφωνία της 12ης Ιούλη, προβλέπει τη δημιουργία ενός Ταμείου στο οποίο, με ορίζοντα 30ετίας, θα δημιουργηθεί ένα αποθεματικό ύψους 50 δισ. ευρώ ως αξία των περιουσιακών του στοιχείων όπως ακίνητα, μετοχές κι άλλα περιουσιακά στοιχεία.Το υπουργείο Οικονομικών, το χαρακτηρίζει «κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο» στο οποίο θα έχουν λόγο οι δανειστές μέσω της Κομισιόν καθώς αναφέρει ότι «η έδρα του Ταμείου θα είναι η Αθήνα (και όχι το Λουξεμβούργο), θα ελέγχεται από την ελληνική κυβέρνηση, ενώ από την Κομισιόν θα υπάρχει μόνο εποπτεία».