Η ολοκλήρωση των εσωκομματικών εκλογών στη Νέα Δημοκρατία με την εκλογή
του Κυρ. Μητσοτάκη στη θέση του νέου προέδρου του κόμματος δε
σηματοδοτεί απαραίτητα το τέλος των διεργασιών στον πολιτικό αυτό χώρο.
Ούτε φυσικά προαναγγέλλει κάποιες μελλοντικές παρεμβάσεις του κόμματος
αυτού σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, λόγω του «ανανεωτικού» νέου προέδρου. Το
αντίθετο, μάλιστα. Η ίδια η μακρόσυρτη εκλογική διαδικασία των
τελευταίων μηνών φανέρωσε, πέρα από τις ψευδεπίγραφες συγκρούσεις περί
«λαϊκού» Μεϊμαράκη και «ταξικού» Μητσοτάκη, ότι για όλους τους
υποψήφιους προέδρους της ΝΔ ένα ήταν το κρατούμενο: η αποτελεσματικότερη
εξυπηρέτηση των συμφερόντων της αστικής τάξης, των μεγάλων μονοπωλιακών
ομίλων, μέσα και από την ομαλή προώθηση των αντιδραστικών
μεταρρυθμίσεων των μνημονίων που έχουν ψηφίσει από κοινού όλα τα αστικά
κόμματα, αλλά και η διατήρηση και το βάθεμα της
ενσωμάτωσης της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, μέσα από τη σταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος.
Η διοχέτευση μεγάλου μέρους αυτής της διαμαρτυρόμενης ψήφου, είτε προς τους ΑΝΕΛ, είτε προς το φασιστικό μόρφωμα, είτε προς διάφορα νέα κόμματα - «κατασκευάσματα» της οικονομικής ολιγαρχίας (Ποτάμι - Ενωση Κεντρώων) μπορεί να λειτουργεί βραχυπρόθεσμα ως μια βαλβίδα ασφαλείας για το σύστημα, να εξυπηρετεί συγκυριακές σκοπιμότητες (κοινοβουλευτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, τρομοκράτηση πρωτοπόρων λαϊκών στρωμάτων από τις φασιστικές συμμορίες κ.τ.λ.). Δεν φαίνεται, όμως, ότι μπορεί να δώσει σταθερές λύσεις στη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος, ιδιαίτερα σε συνθήκες που η καπιταλιστική οικονομία της χώρας «βαριανασαίνει» για να βγει στο ξέφωτο της ανάπτυξης και οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην ευρύτερη περιοχή οξύνονται, διαταράσσοντας τη «σταθερότητα του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» και καλλιεργώντας απειλές γενικότερων πολεμικών συγκρούσεων.
Οι αναγκαιότητες του κεφαλαίου στη σημερινή φάση απαιτούν μια ευρύτερη στήριξη στην προώθηση της εφαρμοζόμενης πολιτικής, μέσω μιας πιο διευρυμένης κυβερνητικής συνδιαχείρισης (είναι χαρακτηριστικές οι ρητές ή ενδόμυχες σκέψεις στα αστικά ΜΜΕ για κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» ή «οικουμενική), αλλά και μέσω ενός πιο αποτελεσματικού πόλου στο χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που δε θα αμφισβητεί βέβαια τους θεμελιακούς άξονες της αστικής στρατηγικής. Οπως το έθεσε χαρακτηριστικά σε πρόσφατο άρθρο του ο πρόεδρος του ΣΕΒ: «Ζούμε μια πρωτοφανή για τα πολιτικά μας δεδομένα συμφωνία του πολιτικού κόσμου... Αυτό είναι το μεγάλο μας κεκτημένο, το οποίο δεν πρέπει να σπαταλήσουμε σε ανούσιες μάχες εντυπώσεων, αλλά να το προσανατολίσουμε στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις...»1. Οποιο από τα δύο παραπάνω σενάρια κι αν τελικά προταχθεί, θα έχει ως βασική συνιστώσα ένα κόμμα που θα εκφράζει με σταθερό και συμπαγή τρόπο το φιλελεύθερο - συντηρητικό χώρο («κεντρώο - κεντροδεξιό»). Από 'δω προκύπτει και η αναγκαιότητα για την αναζωογόνηση και αναμόρφωση της ΝΔ, που, με επιμέρους ιδεολογικά στίγματα, εξέφραζαν όλοι οι υποψήφιοι για τον προεδρικό θώκο του κόμματος αυτού.
Δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι βασικοί μονοπωλιακοί κλάδοι μπορεί να συμπιέζονται στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού και να αναζητούν αποτελεσματικότερη στήριξη από το αστικό κράτος. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των φαρμακοβιομηχάνων, που ενώ στήριξαν, άμεσα ή έμμεσα, την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, σήμερα φαίνεται να αναπροσαρμόζουν τις κομματικές τους «προτιμήσεις». Ετσι, πρόσφατο δελτίο Τύπου της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας αναφέρει: «Η κυβέρνηση αποδέχτηκε πλήρως μια παλαιά απαίτηση των δανειστών για απαξίωση του ελληνικού φαρμάκου, γεγονός που οδηγεί με ταχύτητα στη διάλυση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας... Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα εκβιάστηκε και δυστυχώς υιοθέτησε μια καταστροφική για την ελληνική οικονομία πολιτική, η οποία, ενώ δεν παράγει δημοσιονομικό αποτέλεσμα, θυσιάζει την εγχώρια παραγωγή και εξυπηρετεί μεγάλα ξένα οικονομικά συμφέροντα»3.
Από την άλλη, κλάδοι όπως το εφοπλιστικό κεφάλαιο, με σταθερή κερδοφορία στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και με πρωτεύουσα θέση απέναντι στους διεθνείς ανταγωνιστές τους, με σημαντικές συμπράξεις με το αμερικανικό κεφάλαιο, αλλά και προνομιακές σχέσεις με την Κίνα, μπορεί σήμερα να προσβλέπουν και αυτοί σε μια πολύ πιο δραστήρια παρέμβαση του ελληνικού αστικού κράτους για τη στήριξη των συμφερόντων τους. «Ο προσανατολισμός σημαντικών εφοπλιστικών οικογενειών στα πλοία εξόρυξης και μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου συμβαδίζει με την επιλογή ενεργούς συμπόρευσης της Ελλάδας στα σχέδια των ΗΠΑ και του Ισραήλ στην ευρύτερη περιοχή για τον έλεγχο και την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, καθώς και για τη μεταφορά όπλων»4. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι στην επικράτηση του νέου προέδρου της ΝΔ, το φιλοατλαντικό προφίλ του οποίου δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί, φαίνεται να έπαιξε παρασκηνιακό ρόλο και η πλευρά Τζιτζικώστα, πλευρά που διέθετε τη στήριξη παραγόντων του εφοπλιστικού κεφαλαίου, της ομογένειας των ΗΠΑ και της αμερικανικής πολιτικής.
Τα παραδείγματα των παραπάνω κλάδων, ανεξάρτητα από τη σχετική βαρύτητά τους στο πλαίσιο του ελληνικού καπιταλισμού, δεν εξαντλούν φυσικά το εύρος των μονοπωλιακών συμφερόντων που συγκρούονται και διεκδικούν λύσεις μέσα και από τις κρατικές ρυθμίσεις. Οι πολιτικοί διαχειριστές του κεφαλαίου θα κριθούν πρωταρχικά από το πόσο επιδέξιοι είναι στο να κρατούν σε σταθερή ρότα το πηδάλιο του αστικού κράτους, του συλλογικού δηλαδή εκπροσώπου των συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων.
Θα κριθούν όμως και από την ικανότητά τους να ξαναστεριώσουν τις κοινωνικές συμμαχίες της αστικής τάξης με μεσαία και μικροαστικά στρώματα, συμμαχίες που έχουν διαταραχτεί τα τελευταία χρόνια, δίχως φυσικά να έχουν διαρραγεί. Ο πολιτικός χώρος που εκπροσωπεί η ΝΔ, αποτελούσε ανέκαθεν σημαντικό εκφραστή τέτοιων στρωμάτων (αυτοαπασχολούμενοι της πόλης, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες), κάτω από την ομπρέλα του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Το «κόμμα των νοικοκυραίων» πρέπει λοιπόν να ξαναστηθεί στα πόδια του, με τη μια ή την άλλη μορφή, με τη μια ή την άλλη παραφυάδα.
Ταυτόχρονα, η κριτική του Κυρ. Μητσοτάκη προς την κυβέρνηση, με βασικό άξονα την ανάγκη επιτάχυνσης και αποφασιστικής προώθησης των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, διευκολύνει αντικειμενικά την κλιμάκωση της αστικής επίθεσης.
Το κίνημα της εργατικής τάξης δεν πρέπει να υποτιμήσει τις συγκρούσεις στο στρατόπεδο του ταξικού της αντίπαλου, στο όνομα του ότι η αστική τάξη έχει ενιαία στρατηγική γραμμή απέναντι στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα. Η ίδια η φύση του καπιταλιστικού συστήματος γεννά και αναπαράγει οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου, που νομοτελειακά βρίσκουν την έκφρασή τους και σε αντιθέσεις στο επίπεδο του αστικού κράτους σχετικά με την πολιτική διαχείρισης των γενικών συμφερόντων της τάξης. Η καλή γνώση τους αποτελεί όπλο στα χέρια της εργατικής τάξης.
Σε περιόδους καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η μεγαλύτερη αμφισβήτηση της αστικής πολιτικής από μεριάς των λαϊκών στρωμάτων επιχειρείται να διοχετευτεί σε ανώδυνα κανάλια, να μη μετατραπεί σε αγωνιστική, ριζοσπαστική διάθεση. Οχημα μιας τέτοιας ενσωμάτωσης αποτελούν και τα αστικά πολιτικά κόμματα και οι μεταμορφώσεις τους. Καθήκον των εργατών και της φτωχολογιάς είναι να μη στοιχίζονται πίσω από τους διάφορους αστούς σωτήρες, που εμφανίζονται με το μανδύα του «άφθαρτου», του «νέου», του «προοδευτικού», να χαράζουν το δρόμο για τη δική τους εξουσία, μέσα από την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και την πάλη ενάντια στους μονοπωλιακούς ομίλους και την πολιτική τους εξουσία.
Παραπομπές
1. Θ. Φέσσας «Επιχειρηματικό τοπίο. 3 επιχειρήματα υπέρ της αισιοδοξίας», «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», ειδική έκδοση, 10 Ιανουαρίου 2016.
2. Δες και το άρθρο «Οι εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία, στο φόντο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος», ΚΟΜΕΠ 1/2016.
3. Δελτίο τύπου ΠΕΦ, 18/11/2015, http://www.pef.gr/apofasi-kyvernisis-gia-ta-genosima/.
4. Μ. Παπαδόπουλος, «Φανερές και αθέατες όψεις της αστικής διαπραγμάτευσης», ΚΟΜΕΠ 3/2015.
ενσωμάτωσης της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, μέσα από τη σταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος.
Συναίνεση στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και αντιπολίτευση
Οι
αναταράξεις στο αστικό κομματικό σύστημα κατά την πενταετία της
καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης (2010-2015), αποτέλεσμα και της
δραστικής επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου πλατιών λαϊκών στρωμάτων,
βρήκαν έκφραση, καταρχάς, στην καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ και στην ταχύτατη
άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στο πόστο του νέου σοσιαλδημοκρατικού κυβερνητικού
διαχειριστή. Η περσινή χρονιά κατέδειξε ότι και η ΝΔ δεν μπορούσε να
παραμείνει ανεπηρέαστη, καθώς επωμίστηκε βασικές κυβερνητικές ευθύνες
στην υλοποίηση των αντιλαϊκών μέτρων, μέτρων που έπλητταν και το «σκληρό
πυρήνα» της λαϊκής ψήφου που δίνεται στο κόμμα αυτό.Η διοχέτευση μεγάλου μέρους αυτής της διαμαρτυρόμενης ψήφου, είτε προς τους ΑΝΕΛ, είτε προς το φασιστικό μόρφωμα, είτε προς διάφορα νέα κόμματα - «κατασκευάσματα» της οικονομικής ολιγαρχίας (Ποτάμι - Ενωση Κεντρώων) μπορεί να λειτουργεί βραχυπρόθεσμα ως μια βαλβίδα ασφαλείας για το σύστημα, να εξυπηρετεί συγκυριακές σκοπιμότητες (κοινοβουλευτική στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, τρομοκράτηση πρωτοπόρων λαϊκών στρωμάτων από τις φασιστικές συμμορίες κ.τ.λ.). Δεν φαίνεται, όμως, ότι μπορεί να δώσει σταθερές λύσεις στη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος, ιδιαίτερα σε συνθήκες που η καπιταλιστική οικονομία της χώρας «βαριανασαίνει» για να βγει στο ξέφωτο της ανάπτυξης και οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην ευρύτερη περιοχή οξύνονται, διαταράσσοντας τη «σταθερότητα του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» και καλλιεργώντας απειλές γενικότερων πολεμικών συγκρούσεων.
Οι αναγκαιότητες του κεφαλαίου στη σημερινή φάση απαιτούν μια ευρύτερη στήριξη στην προώθηση της εφαρμοζόμενης πολιτικής, μέσω μιας πιο διευρυμένης κυβερνητικής συνδιαχείρισης (είναι χαρακτηριστικές οι ρητές ή ενδόμυχες σκέψεις στα αστικά ΜΜΕ για κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» ή «οικουμενική), αλλά και μέσω ενός πιο αποτελεσματικού πόλου στο χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που δε θα αμφισβητεί βέβαια τους θεμελιακούς άξονες της αστικής στρατηγικής. Οπως το έθεσε χαρακτηριστικά σε πρόσφατο άρθρο του ο πρόεδρος του ΣΕΒ: «Ζούμε μια πρωτοφανή για τα πολιτικά μας δεδομένα συμφωνία του πολιτικού κόσμου... Αυτό είναι το μεγάλο μας κεκτημένο, το οποίο δεν πρέπει να σπαταλήσουμε σε ανούσιες μάχες εντυπώσεων, αλλά να το προσανατολίσουμε στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις...»1. Οποιο από τα δύο παραπάνω σενάρια κι αν τελικά προταχθεί, θα έχει ως βασική συνιστώσα ένα κόμμα που θα εκφράζει με σταθερό και συμπαγή τρόπο το φιλελεύθερο - συντηρητικό χώρο («κεντρώο - κεντροδεξιό»). Από 'δω προκύπτει και η αναγκαιότητα για την αναζωογόνηση και αναμόρφωση της ΝΔ, που, με επιμέρους ιδεολογικά στίγματα, εξέφραζαν όλοι οι υποψήφιοι για τον προεδρικό θώκο του κόμματος αυτού.
Το κεφάλαιο και το αστικό κράτος
Η
ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη περίοδο σε προνομιακό συνομιλητή
βασικών μερίδων της αστικής τάξης της χώρας και των ιμπεριαλιστικών
επιτελείων, στο «μόνο παίκτη στην πόλη» (σύμφωνα με την αγγλική φράση
που σπεύδουν, με έπαρση, να αναπαράγουν τα εγχώρια παπαγαλάκια), είναι
φυσικό να έχει στερήσει πρόσκαιρα πολιτικό χώρο από τη ΝΔ. Η κατάσταση
αυτή στο πολιτικό σκηνικό δεν μπορεί μεσοπρόθεσμα να παραμείνει στατική
και εδώ ακριβώς θα κριθούν ο νέος πρόεδρος της ΝΔ, αλλά και ολόκληρο το
στελεχικό της δυναμικό. Θα κριθούν από την ικανότητά τους, διατηρώντας
αμετακίνητο τον ταξικό μπούσουλα που αποτυπώνεται στις πολιτικές των
«μεσοπρόθεσμων», να καταφέρει η ΝΔ να εκφράσει, με μεγαλύτερη ευλυγισία
και προσαρμοστικότητα από τον ΣΥΡΙΖΑ, τις αναγκαιότητες των μεγάλων
μονοπωλιακών ομίλων της χώρας στον ανταγωνισμό τους σε περιφερειακό και
διεθνές επίπεδο2.Δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι βασικοί μονοπωλιακοί κλάδοι μπορεί να συμπιέζονται στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού και να αναζητούν αποτελεσματικότερη στήριξη από το αστικό κράτος. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των φαρμακοβιομηχάνων, που ενώ στήριξαν, άμεσα ή έμμεσα, την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, σήμερα φαίνεται να αναπροσαρμόζουν τις κομματικές τους «προτιμήσεις». Ετσι, πρόσφατο δελτίο Τύπου της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας αναφέρει: «Η κυβέρνηση αποδέχτηκε πλήρως μια παλαιά απαίτηση των δανειστών για απαξίωση του ελληνικού φαρμάκου, γεγονός που οδηγεί με ταχύτητα στη διάλυση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας... Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα εκβιάστηκε και δυστυχώς υιοθέτησε μια καταστροφική για την ελληνική οικονομία πολιτική, η οποία, ενώ δεν παράγει δημοσιονομικό αποτέλεσμα, θυσιάζει την εγχώρια παραγωγή και εξυπηρετεί μεγάλα ξένα οικονομικά συμφέροντα»3.
Από την άλλη, κλάδοι όπως το εφοπλιστικό κεφάλαιο, με σταθερή κερδοφορία στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και με πρωτεύουσα θέση απέναντι στους διεθνείς ανταγωνιστές τους, με σημαντικές συμπράξεις με το αμερικανικό κεφάλαιο, αλλά και προνομιακές σχέσεις με την Κίνα, μπορεί σήμερα να προσβλέπουν και αυτοί σε μια πολύ πιο δραστήρια παρέμβαση του ελληνικού αστικού κράτους για τη στήριξη των συμφερόντων τους. «Ο προσανατολισμός σημαντικών εφοπλιστικών οικογενειών στα πλοία εξόρυξης και μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου συμβαδίζει με την επιλογή ενεργούς συμπόρευσης της Ελλάδας στα σχέδια των ΗΠΑ και του Ισραήλ στην ευρύτερη περιοχή για τον έλεγχο και την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, καθώς και για τη μεταφορά όπλων»4. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι στην επικράτηση του νέου προέδρου της ΝΔ, το φιλοατλαντικό προφίλ του οποίου δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί, φαίνεται να έπαιξε παρασκηνιακό ρόλο και η πλευρά Τζιτζικώστα, πλευρά που διέθετε τη στήριξη παραγόντων του εφοπλιστικού κεφαλαίου, της ομογένειας των ΗΠΑ και της αμερικανικής πολιτικής.
Τα παραδείγματα των παραπάνω κλάδων, ανεξάρτητα από τη σχετική βαρύτητά τους στο πλαίσιο του ελληνικού καπιταλισμού, δεν εξαντλούν φυσικά το εύρος των μονοπωλιακών συμφερόντων που συγκρούονται και διεκδικούν λύσεις μέσα και από τις κρατικές ρυθμίσεις. Οι πολιτικοί διαχειριστές του κεφαλαίου θα κριθούν πρωταρχικά από το πόσο επιδέξιοι είναι στο να κρατούν σε σταθερή ρότα το πηδάλιο του αστικού κράτους, του συλλογικού δηλαδή εκπροσώπου των συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων.
Θα κριθούν όμως και από την ικανότητά τους να ξαναστεριώσουν τις κοινωνικές συμμαχίες της αστικής τάξης με μεσαία και μικροαστικά στρώματα, συμμαχίες που έχουν διαταραχτεί τα τελευταία χρόνια, δίχως φυσικά να έχουν διαρραγεί. Ο πολιτικός χώρος που εκπροσωπεί η ΝΔ, αποτελούσε ανέκαθεν σημαντικό εκφραστή τέτοιων στρωμάτων (αυτοαπασχολούμενοι της πόλης, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες), κάτω από την ομπρέλα του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Το «κόμμα των νοικοκυραίων» πρέπει λοιπόν να ξαναστηθεί στα πόδια του, με τη μια ή την άλλη μορφή, με τη μια ή την άλλη παραφυάδα.
Η επόμενη μέρα
Οι
εξελίξεις στη ΝΔ αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικότερης
αναμόρφωσης του αστικού κομματικού σκηνικού που σημάδεψε τα χρόνια της
κρίσης. Τροφοδοτούν τις εξελίξεις σε άλλα αστικά κόμματα και
τροφοδοτούνται από αυτές. Η εκλογή του Κυρ. Μητσοτάκη ήδη άνοιξε μια
συζήτηση για τάσεις διεύρυνσης στο χώρο της λεγόμενης κεντροδεξιάς
(προβληματισμοί για πιθανό φυλλορρόημα του Ποταμιού, θετικές δηλώσεις
του Σκυλακάκη της Δράσης για το νέο πρόεδρο της ΝΔ κ.τ.λ.). Προς την
ίδια κατεύθυνση διαμόρφωσης ευρύτερων σχημάτων, με ένα μεγαλύτερο
τονισμό της αναγκαιότητας ενός «κεντρώου» ιδεολογικού στίγματος,
κινούνται κεντρικοί παράγοντες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ (παρασκηνιακές
κινήσεις Βενιζέλου, κύριο άρθρο Σημίτη στο «ΒΗΜΑ της Κυριακής» 11/1
κ.τ.λ.). Από την άλλη, παρόλο που η επικράτηση Μητσοτάκη και η στήριξή
της από Γεωργιάδη - Τζιτζικώστα - Βορίδη φαίνεται να αποκλείει για την
ώρα φυγόκεντρες τάσεις προς τα δεξιά της ΝΔ (με πιθανή διάσπασή της),
κάτι τέτοιο δεν μπορεί να αποκλειστεί σε μακροπρόθεσμη βάση, στο έδαφος
των συγκρούσεων και αναγκαιοτήτων του κεφαλαίου.Ταυτόχρονα, η κριτική του Κυρ. Μητσοτάκη προς την κυβέρνηση, με βασικό άξονα την ανάγκη επιτάχυνσης και αποφασιστικής προώθησης των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, διευκολύνει αντικειμενικά την κλιμάκωση της αστικής επίθεσης.
Το κίνημα της εργατικής τάξης δεν πρέπει να υποτιμήσει τις συγκρούσεις στο στρατόπεδο του ταξικού της αντίπαλου, στο όνομα του ότι η αστική τάξη έχει ενιαία στρατηγική γραμμή απέναντι στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα. Η ίδια η φύση του καπιταλιστικού συστήματος γεννά και αναπαράγει οξύτατες αντιθέσεις ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου, που νομοτελειακά βρίσκουν την έκφρασή τους και σε αντιθέσεις στο επίπεδο του αστικού κράτους σχετικά με την πολιτική διαχείρισης των γενικών συμφερόντων της τάξης. Η καλή γνώση τους αποτελεί όπλο στα χέρια της εργατικής τάξης.
Σε περιόδους καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η μεγαλύτερη αμφισβήτηση της αστικής πολιτικής από μεριάς των λαϊκών στρωμάτων επιχειρείται να διοχετευτεί σε ανώδυνα κανάλια, να μη μετατραπεί σε αγωνιστική, ριζοσπαστική διάθεση. Οχημα μιας τέτοιας ενσωμάτωσης αποτελούν και τα αστικά πολιτικά κόμματα και οι μεταμορφώσεις τους. Καθήκον των εργατών και της φτωχολογιάς είναι να μη στοιχίζονται πίσω από τους διάφορους αστούς σωτήρες, που εμφανίζονται με το μανδύα του «άφθαρτου», του «νέου», του «προοδευτικού», να χαράζουν το δρόμο για τη δική τους εξουσία, μέσα από την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και την πάλη ενάντια στους μονοπωλιακούς ομίλους και την πολιτική τους εξουσία.
Παραπομπές
1. Θ. Φέσσας «Επιχειρηματικό τοπίο. 3 επιχειρήματα υπέρ της αισιοδοξίας», «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», ειδική έκδοση, 10 Ιανουαρίου 2016.
2. Δες και το άρθρο «Οι εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία, στο φόντο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος», ΚΟΜΕΠ 1/2016.
3. Δελτίο τύπου ΠΕΦ, 18/11/2015, http://www.pef.gr/apofasi-kyvernisis-gia-ta-genosima/.
4. Μ. Παπαδόπουλος, «Φανερές και αθέατες όψεις της αστικής διαπραγμάτευσης», ΚΟΜΕΠ 3/2015.
Του
Βασίλη ΟΨΙΜΟΥ
Ο Βασίλης Οψιμος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Βασίλη ΟΨΙΜΟΥ
Ο Βασίλης Οψιμος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ