Η κυβέρνηση, με την προπαγάνδα που αναπτύσσει το τελευταίο διάστημα
και κυρίως μετά το Γιούρογκρουπ της περασμένης Δευτέρας, δεν κοιτάζει
μόνο να «ευλογήσει τα γένια της» για τις πολύτιμες υπηρεσίες που
προσφέρει στο κεφάλαιο, αλλά προσπαθεί ταυτόχρονα να ενισχύσει το δίπολο
με τη ΝΔ, δίνοντάς της διέξοδο από το αντιπολιτευτικό αδιέξοδο που
αντιμετωπίζει.
Για παράδειγμα, η προχτεσινή δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου έλεγε: «Η ΝΔ οικοδόμησε τη στρατηγική της
στην αποτυχία της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Προδίκασαν πρόσθετα μέτρα, φαντασιώθηκαν νέα μνημόνια, επένδυσαν στην καταστροφή. Τώρα που διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».
Βέβαια, η ΝΔ ποτέ δεν είπε ότι θέλει να αποτύχει η «αξιολόγηση». Αντίθετα, κινδυνολογούσε ότι η κυβέρνηση καθυστερεί και ότι αυτό υπονομεύει την ανάπτυξη.
Για παράδειγμα, μιλώντας τις προάλλες στην ΕΡΤ, ο Κυρ. Μητσοτάκης έλεγε ότι «το τίμημα της ανικανότητας της κυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου το πληρώνει ο Ελληνας πολίτης, είναι το τίμημα της καθυστέρησης και της ύφεσης».
Το βασικότερο πρόβλημα της ΝΔ είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί μέτρα ίδιας κοπής με αυτά που θα έπαιρνε η ίδια και αυτό τη δυσκολεύει στην αντιπολίτευση. Οι διαχωριστικές γραμμές που προσπαθούν να στήσουν είναι τόσο δυσδιάκριτες όσο ένας ψύλλος στα άχυρα...
Το γεγονός, μάλιστα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει κυριολεκτικά την «μπουκιά από το στόμα» της ΝΔ με τα μέτρα που προωθεί, αποτυπώνεται στην αγωνιώδη προσπάθεια της ΝΔ να βρει πεδίο αντιπολίτευσης.
Η δυσκολία αυτή είναι εμφανής όταν στα στελέχη της μπαίνει το ερώτημα: «Κι εσείς τι θα κάνατε αν ήσασταν κυβέρνηση»; Στις απαντήσεις που δίνονται, οι «αποχρώσεις» σε σχέση με τη διαχείριση που εφαρμόζει ο ΣΥΡΙΖΑ, γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτες.
Για παράδειγμα, ένα από τα σημεία που ασκεί κριτική η ΝΔ, είναι το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων, στο οποίο συμφώνησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπως σχολίαζε ο Γ. Κουμουτσάκος, «τα πρωτογενή πλεονάσματα αυτής της έκτασης, για τόσα πολλά χρόνια, δεν είναι επιτεύξιμα. Μπορούμε, ενδεχομένως, να πετύχουμε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για λίγο χρόνο, αλλά να δεσμευτούμε για τα επόμενα 15 χρόνια για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% θεωρούμε ότι δεν είναι εφικτό».
Δηλαδή, δεν διαφωνούν με τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία άλλωστε και οι ίδιοι είχαν συμφωνήσει ως κυβέρνηση, ούτε για το ύψος τους, σε ό,τι αφορά τους μεσοπρόθεσμους στόχους, αλλά για τη διατήρησή τους σε υψηλά επίπεδα σαν ποσοστό του ΑΕΠ για τα επόμενα 15 και 30 χρόνια!
Κατά τ' άλλα, η ΝΔ χρεώνει στον ΣΥΡΙΖΑ ότι με την πολιτική του δεν διαμορφώνει κλίμα «φιλικό» για τις επενδύσεις και ότι η ίδια μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, στον οποίο βέβαια ταυτίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ και με όλα τα άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Ο τσακωμός τους είναι για τα μάτια του κεφαλαίου. Ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος είναι ικανότερος να υπηρετήσει το στρατηγικό στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης και ταυτόχρονα νοιάζονται να παραμένει ο λαός εγκλωβισμένος στη λογική της κυβερνητικής εναλλαγής, ως διέξοδο τάχα από τα οξυμένα προβλήματα.
Κι όσοι σήμερα αναρωτιούνται τι διαφορετικό θα γινόταν αν ήταν η ΝΔ κυβέρνηση, δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στο πρόσφατο παρελθόν και να σκεφτούν τι έγινε όταν αναδείχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση, προβάλλοντας μάλιστα τότε ένα ευδιάκριτα διαφορετικό μείγμα διαχείρισης σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις...
Για παράδειγμα, η προχτεσινή δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου έλεγε: «Η ΝΔ οικοδόμησε τη στρατηγική της
στην αποτυχία της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Προδίκασαν πρόσθετα μέτρα, φαντασιώθηκαν νέα μνημόνια, επένδυσαν στην καταστροφή. Τώρα που διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».
Βέβαια, η ΝΔ ποτέ δεν είπε ότι θέλει να αποτύχει η «αξιολόγηση». Αντίθετα, κινδυνολογούσε ότι η κυβέρνηση καθυστερεί και ότι αυτό υπονομεύει την ανάπτυξη.
Για παράδειγμα, μιλώντας τις προάλλες στην ΕΡΤ, ο Κυρ. Μητσοτάκης έλεγε ότι «το τίμημα της ανικανότητας της κυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου το πληρώνει ο Ελληνας πολίτης, είναι το τίμημα της καθυστέρησης και της ύφεσης».
Το βασικότερο πρόβλημα της ΝΔ είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί μέτρα ίδιας κοπής με αυτά που θα έπαιρνε η ίδια και αυτό τη δυσκολεύει στην αντιπολίτευση. Οι διαχωριστικές γραμμές που προσπαθούν να στήσουν είναι τόσο δυσδιάκριτες όσο ένας ψύλλος στα άχυρα...
Το γεγονός, μάλιστα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει κυριολεκτικά την «μπουκιά από το στόμα» της ΝΔ με τα μέτρα που προωθεί, αποτυπώνεται στην αγωνιώδη προσπάθεια της ΝΔ να βρει πεδίο αντιπολίτευσης.
Η δυσκολία αυτή είναι εμφανής όταν στα στελέχη της μπαίνει το ερώτημα: «Κι εσείς τι θα κάνατε αν ήσασταν κυβέρνηση»; Στις απαντήσεις που δίνονται, οι «αποχρώσεις» σε σχέση με τη διαχείριση που εφαρμόζει ο ΣΥΡΙΖΑ, γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτες.
Για παράδειγμα, ένα από τα σημεία που ασκεί κριτική η ΝΔ, είναι το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων, στο οποίο συμφώνησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπως σχολίαζε ο Γ. Κουμουτσάκος, «τα πρωτογενή πλεονάσματα αυτής της έκτασης, για τόσα πολλά χρόνια, δεν είναι επιτεύξιμα. Μπορούμε, ενδεχομένως, να πετύχουμε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για λίγο χρόνο, αλλά να δεσμευτούμε για τα επόμενα 15 χρόνια για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% θεωρούμε ότι δεν είναι εφικτό».
Δηλαδή, δεν διαφωνούν με τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία άλλωστε και οι ίδιοι είχαν συμφωνήσει ως κυβέρνηση, ούτε για το ύψος τους, σε ό,τι αφορά τους μεσοπρόθεσμους στόχους, αλλά για τη διατήρησή τους σε υψηλά επίπεδα σαν ποσοστό του ΑΕΠ για τα επόμενα 15 και 30 χρόνια!
Κατά τ' άλλα, η ΝΔ χρεώνει στον ΣΥΡΙΖΑ ότι με την πολιτική του δεν διαμορφώνει κλίμα «φιλικό» για τις επενδύσεις και ότι η ίδια μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα στο στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης, στον οποίο βέβαια ταυτίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ και με όλα τα άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Ο τσακωμός τους είναι για τα μάτια του κεφαλαίου. Ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος είναι ικανότερος να υπηρετήσει το στρατηγικό στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης και ταυτόχρονα νοιάζονται να παραμένει ο λαός εγκλωβισμένος στη λογική της κυβερνητικής εναλλαγής, ως διέξοδο τάχα από τα οξυμένα προβλήματα.
Κι όσοι σήμερα αναρωτιούνται τι διαφορετικό θα γινόταν αν ήταν η ΝΔ κυβέρνηση, δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στο πρόσφατο παρελθόν και να σκεφτούν τι έγινε όταν αναδείχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση, προβάλλοντας μάλιστα τότε ένα ευδιάκριτα διαφορετικό μείγμα διαχείρισης σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις...