Η
κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στη Βόρεια Συρία, μετά τη νέα επέμβαση
της Τουρκίας στο Αφρίν - που ελέγχεται από τους Κούρδους - και τις
απειλές για επέκταση των επιχειρήσεων και σε άλλες παραμεθόριες
περιοχές, σηματοδοτεί μια νέα φάση στους ανταγωνισμούς ανάμεσα σε ισχυρά
ιμπεριαλιστικά κέντρα και στον πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και 7
χρόνια στην περιοχή.
Οι κουρδικές περιοχές του Αφρίν, όπου ο στρατός της Τουρκίας επιχειρεί από το περασμένο Σάββατο, ελέγχονται από δυνάμεις των Κούρδων, που έχουν άμεση υποστήριξη από τις ΗΠΑ, και της συμμαχίας που ηγούνται. Αφορμή για την όξυνση των ήδη τεταμένων σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας ήταν η απόφαση για δημιουργία στρατού από τους Κούρδους
τουλάχιστον 30.000 ατόμων, με αμερικανική υποστήριξη, ως υποτιθέμενης «συνοριοφυλακής», με πρόσχημα τους ηττημένους τζιχαντιστές.
Ολα φανερώνουν ότι η «επόμενη μέρα» στη Μέση Ανατολή είναι ένα μεγάλο παζάρι, με όλα τα μέσα, διπλωματικά και στρατιωτικά, για τον έλεγχο εδαφών, διαδρομών, σφαιρών επιρροής ανάμεσα σε ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, κράτη της ΕΕ, αλλά και άλλες δυνάμεις με ειδικό ρόλο στην περιοχή, όπως η Τουρκία, το Ιράν, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία. Σύνορα αμφισβητούνται και επαναχαράσσονται, ενώ εξελίσσονται επικίνδυνοι σχεδιασμοί.
Η εξέλιξη στο Αφρίν έρχεται να προστεθεί σε διάφορα άλλα «επεισόδια» που ακολούθησαν τη στρατιωτική ήττα των τζιχαντιστών στη Συρία, για την οποία υποτίθεται ότι μάχονταν όλα τα ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα στην περιοχή, με την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ και της Ρωσίας.
Θυμίζουμε ενδεικτικά την κλιμάκωση της έντασης στις σχέσεις Σαουδικής Αραβίας - Ιράν, την ανακοίνωση των ΗΠΑ ότι θα μεταφέρουν την πρεσβεία τους από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, αναγνωρίζοντάς την ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και βάζοντας ταφόπλακα στις διεκδικήσεις των Παλαιστινίων να αποκτήσουν κυρίαρχο κράτος, την «ομηρία» του πρωθυπουργού του Λιβάνου στη Σαουδική Αραβία, ως μέσο πίεσης για περιορισμό της δράσης της «Χεσμπολάχ», που στηρίζεται από το Ιράν, ενώ χαρακτηρίζεται από το Ισραήλ ως «νούμερο 1» κίνδυνος για τα ζωτικά του συμφέροντα στην περιοχή.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Οτι το ξαναμοίρασμα της Μέσης Ανατολής σε σφαίρες επιρροής των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και κέντρων, για το οποίο αξιοποιήθηκαν και οι τζιχαντιστές, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ακόμα και μετά τη στρατιωτική τους ήττα. Οτι ο πόλεμος ενάντια στον ISIS αποτέλεσε μοχλό για να συγκεντρωθεί στην περιοχή μεγάλη δύναμη πυρός από αντιπαρατιθέμενα ιμπεριαλιστικά κέντρα, που ήθελαν να κατοχυρώσουν θέσεις για το «ξεκαθάρισμα» της επόμενης μέρας.
Οτι, τέλος, τα ανταγωνιστικά σχέδια στην περιοχή δημιούργησαν το έδαφος για αναδιάταξη συμμαχιών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη σύσφιξη των σχέσεων Ρωσίας - Τουρκίας και, αντίστροφα, την ένταση στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, αλλά και με την ΕΕ.
Αν στα παραπάνω προστεθεί και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ άλλαξαν τη «Στρατηγική Εθνικής Αμυνας» και πλέον ιεραρχούν πρώτο για τα συμφέροντά τους τον κίνδυνο της Ρωσίας και της Κίνας, αντί των «τρομοκρατών», αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι λαοί της περιοχής, μαζί και ο ελληνικός, έχουν πολλά ακόμα να δουν σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις.
Την ίδια στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση, παίρνοντας μέρος σε συμμαχικούς άξονες με Ισραήλ και Ιορδανία, υποστηρίζοντας πολιτικά και στρατιωτικά τη δράση του ΝΑΤΟ στην περιοχή, συμμετέχει ενεργά σε αυτούς τους ανταγωνισμούς. Γι' αυτό χρειάζεται να αυξηθεί ο βαθμός επιφυλακής από το κίνημα, να δυναμώσει η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και για την απεμπλοκή της Ελλάδας, βάζοντας ακόμα πιο αποφασιστικά στο στόχαστρο το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει.
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Αποψή μας», του «Ριζοσπάστη», Παρασκευή 26 Γενάρη 2018.
Οι κουρδικές περιοχές του Αφρίν, όπου ο στρατός της Τουρκίας επιχειρεί από το περασμένο Σάββατο, ελέγχονται από δυνάμεις των Κούρδων, που έχουν άμεση υποστήριξη από τις ΗΠΑ, και της συμμαχίας που ηγούνται. Αφορμή για την όξυνση των ήδη τεταμένων σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας ήταν η απόφαση για δημιουργία στρατού από τους Κούρδους
τουλάχιστον 30.000 ατόμων, με αμερικανική υποστήριξη, ως υποτιθέμενης «συνοριοφυλακής», με πρόσχημα τους ηττημένους τζιχαντιστές.
Ολα φανερώνουν ότι η «επόμενη μέρα» στη Μέση Ανατολή είναι ένα μεγάλο παζάρι, με όλα τα μέσα, διπλωματικά και στρατιωτικά, για τον έλεγχο εδαφών, διαδρομών, σφαιρών επιρροής ανάμεσα σε ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, κράτη της ΕΕ, αλλά και άλλες δυνάμεις με ειδικό ρόλο στην περιοχή, όπως η Τουρκία, το Ιράν, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία. Σύνορα αμφισβητούνται και επαναχαράσσονται, ενώ εξελίσσονται επικίνδυνοι σχεδιασμοί.
Η εξέλιξη στο Αφρίν έρχεται να προστεθεί σε διάφορα άλλα «επεισόδια» που ακολούθησαν τη στρατιωτική ήττα των τζιχαντιστών στη Συρία, για την οποία υποτίθεται ότι μάχονταν όλα τα ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα στην περιοχή, με την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ και της Ρωσίας.
Θυμίζουμε ενδεικτικά την κλιμάκωση της έντασης στις σχέσεις Σαουδικής Αραβίας - Ιράν, την ανακοίνωση των ΗΠΑ ότι θα μεταφέρουν την πρεσβεία τους από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, αναγνωρίζοντάς την ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και βάζοντας ταφόπλακα στις διεκδικήσεις των Παλαιστινίων να αποκτήσουν κυρίαρχο κράτος, την «ομηρία» του πρωθυπουργού του Λιβάνου στη Σαουδική Αραβία, ως μέσο πίεσης για περιορισμό της δράσης της «Χεσμπολάχ», που στηρίζεται από το Ιράν, ενώ χαρακτηρίζεται από το Ισραήλ ως «νούμερο 1» κίνδυνος για τα ζωτικά του συμφέροντα στην περιοχή.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Οτι το ξαναμοίρασμα της Μέσης Ανατολής σε σφαίρες επιρροής των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κρατών και κέντρων, για το οποίο αξιοποιήθηκαν και οι τζιχαντιστές, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ακόμα και μετά τη στρατιωτική τους ήττα. Οτι ο πόλεμος ενάντια στον ISIS αποτέλεσε μοχλό για να συγκεντρωθεί στην περιοχή μεγάλη δύναμη πυρός από αντιπαρατιθέμενα ιμπεριαλιστικά κέντρα, που ήθελαν να κατοχυρώσουν θέσεις για το «ξεκαθάρισμα» της επόμενης μέρας.
Οτι, τέλος, τα ανταγωνιστικά σχέδια στην περιοχή δημιούργησαν το έδαφος για αναδιάταξη συμμαχιών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη σύσφιξη των σχέσεων Ρωσίας - Τουρκίας και, αντίστροφα, την ένταση στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, αλλά και με την ΕΕ.
Αν στα παραπάνω προστεθεί και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ άλλαξαν τη «Στρατηγική Εθνικής Αμυνας» και πλέον ιεραρχούν πρώτο για τα συμφέροντά τους τον κίνδυνο της Ρωσίας και της Κίνας, αντί των «τρομοκρατών», αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι λαοί της περιοχής, μαζί και ο ελληνικός, έχουν πολλά ακόμα να δουν σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις.
Την ίδια στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση, παίρνοντας μέρος σε συμμαχικούς άξονες με Ισραήλ και Ιορδανία, υποστηρίζοντας πολιτικά και στρατιωτικά τη δράση του ΝΑΤΟ στην περιοχή, συμμετέχει ενεργά σε αυτούς τους ανταγωνισμούς. Γι' αυτό χρειάζεται να αυξηθεί ο βαθμός επιφυλακής από το κίνημα, να δυναμώσει η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και για την απεμπλοκή της Ελλάδας, βάζοντας ακόμα πιο αποφασιστικά στο στόχαστρο το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει.
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Αποψή μας», του «Ριζοσπάστη», Παρασκευή 26 Γενάρη 2018.