Με το μανδύα του επείγοντος ντύνουν τις μέρες αυτές τα αστικά
επιτελεία την ανάγκη «εθνικής» συναίνεσης γύρω από τα ζητήματα
εξωτερικής πολιτικής, στο φόντο και των εξελίξεων σε Βαλκάνια, Αιγαίο
και Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Δεν λείπουν, μάλιστα, και οι πολλές τέτοιες φωνές που ζητάνε μετ' επιτάσεως η συναίνεση αυτή του αστικού πολιτικού συστήματος να εκφραστεί και με κάποιου είδους «θεσμικό» σχήμα, όπως αυτό π.χ. που βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του Ποταμιού τη Δευτέρα ή αυτό που ζητάει η ΝΔ
και ο πρωθυπουργός δήλωνε προ ημερών «ανοιχτός να συζητήσει».
Ανεξάρτητα πάντως από το σχήμα που θα επιλεγεί, αν και πώς αυτή θα εκφραστεί και με πιο επίσημο τρόπο, το κύριο στο οποίο χρειάζεται να ρίξει κανείς το βλέμμα του είναι το πλαίσιο αυτής της συναίνεσης, όσο κι εκείνο που δίνει το χαρακτήρα του «κατεπείγοντος» στις τέτοιες προσπάθειες.
Το «κοινό έδαφος» εντοπίζεται εύκολα, καθώς όλα μαζί τα αστικά κόμματα περιγράφουν τους στόχους της αστικής τάξης για τη «γεωστρατηγική αναβάθμισή» της, με ανάδειξη της χώρας σε «κόμβο» πάνω στους δρόμους Ενέργειας και εμπορευμάτων για τους οποίους «σφάζονται» ιμπεριαλιστικά κέντρα, καπιταλιστικά κράτη και επιχειρηματικοί όμιλοι στην περιοχή.
Ο «φιλόδοξος» αυτός στόχος των επιχειρηματικών ομίλων προϋποθέτει την επιχείρηση «σταθερότητα» στο αστικό πολιτικό σύστημα και την απαρέγκλιτη δέσμευση όλων στη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό, όσο και τη «φυσική προέκτασή» της στην εξωτερική πολιτική, την ακόμα ενεργότερη εμπλοκή δηλαδή και δέσμευση στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια στην περιοχή.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι αυτή η επικίνδυνη συναίνεση στους στόχους της αστικής τάξης εκφράζεται με κάθε ευκαιρία, παρά τις αντιπολιτευτικές «κορόνες» και την κριτική για τα επιμέρους. Από την αναγκαιότητα «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» των Δυτικών Βαλκανίων έως την ανάγκη στενότερης πολιτικής και στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, στο φόντο και της κλιμάκωσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, και από τον «πρωταγωνιστικό ρόλο» που πρέπει να διεκδικήσει η Ελλάδα στην προσπάθεια για «αυτόνομη» στρατιωτική παρουσία της ΕΕ έως την ανακήρυξη των ιμπεριαλιστικών οργανισμών ΕΕ και ΝΑΤΟ σε παράγοντες «σταθερότητας», η ταύτιση είναι παραπάνω από δεδομένη.
Το «μεδούλι» της συναίνεσης αυτής είναι δηλητηριώδες και επικίνδυνο για το λαό. Η «συναίνεση» αυτή όχι μόνο δεν πρόκειται να διασφαλίσει την ειρήνη και τα λαϊκά συμφέροντα, όχι μόνο δεν θα δώσει λύσεις στα προβλήματα, αλλά τα «φουντώνει», ακριβώς γιατί υπηρετεί και κλιμακώνει την επικίνδυνη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ο λαός να μη συναινέσει στα επικίνδυνα και εχθρικά αυτά σχέδια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τετάρτης 14 Μάρτη 2018.
Δεν λείπουν, μάλιστα, και οι πολλές τέτοιες φωνές που ζητάνε μετ' επιτάσεως η συναίνεση αυτή του αστικού πολιτικού συστήματος να εκφραστεί και με κάποιου είδους «θεσμικό» σχήμα, όπως αυτό π.χ. που βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του Ποταμιού τη Δευτέρα ή αυτό που ζητάει η ΝΔ
και ο πρωθυπουργός δήλωνε προ ημερών «ανοιχτός να συζητήσει».
Ανεξάρτητα πάντως από το σχήμα που θα επιλεγεί, αν και πώς αυτή θα εκφραστεί και με πιο επίσημο τρόπο, το κύριο στο οποίο χρειάζεται να ρίξει κανείς το βλέμμα του είναι το πλαίσιο αυτής της συναίνεσης, όσο κι εκείνο που δίνει το χαρακτήρα του «κατεπείγοντος» στις τέτοιες προσπάθειες.
Το «κοινό έδαφος» εντοπίζεται εύκολα, καθώς όλα μαζί τα αστικά κόμματα περιγράφουν τους στόχους της αστικής τάξης για τη «γεωστρατηγική αναβάθμισή» της, με ανάδειξη της χώρας σε «κόμβο» πάνω στους δρόμους Ενέργειας και εμπορευμάτων για τους οποίους «σφάζονται» ιμπεριαλιστικά κέντρα, καπιταλιστικά κράτη και επιχειρηματικοί όμιλοι στην περιοχή.
Ο «φιλόδοξος» αυτός στόχος των επιχειρηματικών ομίλων προϋποθέτει την επιχείρηση «σταθερότητα» στο αστικό πολιτικό σύστημα και την απαρέγκλιτη δέσμευση όλων στη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής στο εσωτερικό, όσο και τη «φυσική προέκτασή» της στην εξωτερική πολιτική, την ακόμα ενεργότερη εμπλοκή δηλαδή και δέσμευση στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια στην περιοχή.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι αυτή η επικίνδυνη συναίνεση στους στόχους της αστικής τάξης εκφράζεται με κάθε ευκαιρία, παρά τις αντιπολιτευτικές «κορόνες» και την κριτική για τα επιμέρους. Από την αναγκαιότητα «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» των Δυτικών Βαλκανίων έως την ανάγκη στενότερης πολιτικής και στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, στο φόντο και της κλιμάκωσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, και από τον «πρωταγωνιστικό ρόλο» που πρέπει να διεκδικήσει η Ελλάδα στην προσπάθεια για «αυτόνομη» στρατιωτική παρουσία της ΕΕ έως την ανακήρυξη των ιμπεριαλιστικών οργανισμών ΕΕ και ΝΑΤΟ σε παράγοντες «σταθερότητας», η ταύτιση είναι παραπάνω από δεδομένη.
Το «μεδούλι» της συναίνεσης αυτής είναι δηλητηριώδες και επικίνδυνο για το λαό. Η «συναίνεση» αυτή όχι μόνο δεν πρόκειται να διασφαλίσει την ειρήνη και τα λαϊκά συμφέροντα, όχι μόνο δεν θα δώσει λύσεις στα προβλήματα, αλλά τα «φουντώνει», ακριβώς γιατί υπηρετεί και κλιμακώνει την επικίνδυνη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ο λαός να μη συναινέσει στα επικίνδυνα και εχθρικά αυτά σχέδια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τετάρτης 14 Μάρτη 2018.