Με
επιτυχία πραγματοποιήθηκε χθες, στην αίθουσα του Α' ΚΑΠΗ Ηρακλείου, η
εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης Βάσης ΕΒΕ Ηρακλείου του ΚΚΕ, προς
τιμήν των 100 χρόνων ζωής και δράσης του ΚΚΕ, με θέμα «Το Δικαίωμα του Αυτοαπασχολούμενου στην Εργασία και τον Ελεύθερο Χρόνο», με ομιλητή τον Θανάση Τζίμα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνο του Τμήματος για τους ΕΒΕ της ΚΕ του ΚΚΕ.
Στην εισηγητική του παρέμβαση σημείωσε πως «το θέμα που συζητάμε έχει από μόνο του τις δυσκολίες του και
καταλαβαίνετε ότι αν θέλουμε να το πιάσουμε από τη σκοπιά των αυτοαπασχολούμενων γίνεται ακόμα πιο σύνθετο. Και γίνεται ακόμα πιο σύνθετο, γιατί αν είναι καθαρό ότι ο εργατοϋπάλληλος έχει καθορισμένο ωράριο και είναι εμφανείς οι επιπτώσεις σε βάρος του με βάση τις αλλαγές που συντελούνται π.χ. διευθέτηση χρόνου εργασίας, μη πληρωμή υπερωριών, ωράρια-λάστιχο, παράλληλα με μερική απασχόληση, προκειμένου να εκτοξεύσει τα κέρδη του το μεγάλο κεφάλαιο, ο δε αυτοαπασχολούμενος μοιάζει φαινομενικά -και το τονίζουμε αυτό το φαινομενικά- να έχει ο ίδιος το περιθώριο επιλογής τού πόσες ώρες θα εργαστεί στη βιοτεχνία, το ταξί, ακόμα και στο εμπόριο. Αν θα επιλέξει να ανοίξει Κυριακή, άλλωστε και οι ίδιοι οι νόμοι της απελευθέρωσης του ωραρίου και της κυριακάτικης αργίας τού δίνουν και τυπικά αυτό το δικαίωμα».
Ωστόσο, συμπλήρωσε, «είναι γνωστό ότι στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Η αγορά επιβάλλει τους δικούς της κανόνες μέσω του ανταγωνισμού, μετατρέποντας στην πράξη τους αυτοαπασχολούμενους σε ένα από τα πιο σκληρά εργαζόμενα τμήματα:
Ο ίδιος ο ανταγωνισμός και η προσπάθεια του αυτοαπασχολούμενου να αντεπεξέλθει στην πίεση από την αντικειμενική κυριαρχία των μονοπωλίων, τον αναγκάζουν να πάρει τέτοιου είδους, εις βάρος του τελικά, μέτρα».
Σχετικά με τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των εμπορικών επιχειρήσεων είπε ότι «γι' αυτό και η στάση του αυτοαπασχολούμενου απέναντι στη διεύρυνση του ωραρίου είναι αντιφατική. Από τη μία καταλαβαίνει ότι αυτή λειτουργεί παραλυτικά στις υπόλοιπες δραστηριότητες της ζωής του, στην οικογένειά του, στην ξεκούρασή του, στο να δει τα παιδιά του. Από την άλλη όμως την καταλαβαίνει περίπου σαν αναγκαίο κακό, στην οποία αν και ο ίδιος δεν το επιθυμεί θα αναγκαστεί πιθανά να πέσει και αυτός σε αυτή τη διαδικασία. Γι΄ αυτό και ενώ δυσανασχετεί, δυσκολεύεται να τραβηχτεί στην πάλη. Εκεί μάλιστα που η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας φέρνει σαν ώριμο φρούτο την αύξηση του ωραρίου, γίνεται και πιο εύκολα αποδεκτή».
Σε κάθε περίπτωση, συμπλήρωσε ο Θ. Τζίμας, «το βασικότερο κατά τη γνώμη μας πρόβλημα είναι ότι δυσκολεύεται ο ίδιος να δει την υπόθεση του χρόνου εργασίας, όπως και πολλά άλλα από τα προβλήματά του, έξω από τα όρια της ατομικής του ευθύνης. Ωστόσο ακόμα και σε αυτή χρειάζεται να δούμε τις εξελίξεις πιο ολοκληρωμένα: Με μια σειρά νομοθετικές ρυθμίσεις προσαρμόζονται οι πολιτικές που σχετίζονται και με το ζήτημα του χρόνου εργασίας, τα ωράρια λειτουργίας στις σημερινές ανάγκες και ιεραρχήσεις του κεφαλαίου.
Τις προηγούμενες δεκαετίες και προκειμένου να διευκολυνθεί η συγκεντροποίηση στον κλάδο τροφίμων, διευρύνθηκαν τα ωράρια προς όφελος των σούπερ μάρκετ κλπ. Τώρα προτεραιότητα παίρνουν τα σχέδια για στήριξη της τουριστικής δραστηριότητας, στον άξονα της οποίας προχωρούν νόμοι και διατάξεις προς όφελος κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον κλάδο. Περιοχές χαρακτηρίζονται ως τουριστικές, διευρύνονται ωράρια, προχωρά το άνοιγμα των καταστημάτων 32 Κυριακές το χρόνο, αλλά και "Λευκές Νύχτες" για τη διευκόλυνση συνδυασμένων δραστηριοτήτων».
Παράλληλα, ανέφερε ότι «αυτή είναι η κατάσταση που διαμορφώνει η περιβόητη ανάδειξη της χώρας σε τουριστικό κόμβο - βασικό διακύβευμα για τους αστούς για τη σταθεροποίηση της ανάκαμψης. Κατάσταση που κατά τη γνώμη μας για τους αυτοαπασχολούμενους, για τις μικρές επιχειρήσεις, τις ατομικές, οικογενειακές είναι μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα:
- Από τη μία, αν δεν έρθει ο τουρίστας, με δεδομένη τη διαρκή μείωση του λαϊκού εισοδήματος και τη συνεχιζόμενη συγκεντροποίηση, μόνη προοπτική είναι η υποαπασχόληση και το λουκέτο (μια ματιά σε μια σειρά μη τουριστικές περιοχές αρκεί).
- Από την άλλη σε συνθήκες τουριστικής ανόδου, μια μερίδα, που είναι ήδη πληγωμένη, θα κλείσει κάτω από το βάρος του ανταγωνισμού, ενώ όσοι καταφέρουν και επιβιώσουν θα είναι σε συνθήκες δραματικής επιδείνωσης των συνθηκών ζωής και εργασίας για να εξασφαλιστεί ένα σχετικά ικανοποιητικό εισόδημα που και αυτό θα εξανεμίζεται από την ακρίβεια της ζωής της λαϊκής οικογένειας, την εκτίναξη των λογαριασμών, τη δραματική περικοπή παροχών κλπ. Και αυτό ισχύει και για άλλους κλάδους εκτός των άμεσων εμπλεκόμενων με τον τουρισμό.
Αυτή είναι η κατάσταση που διαμορφώνεται στις συνθήκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και γι’ αυτό δεν φτιασιδώνεται με δήθεν άλλες αστικές πολιτικές διαχείρισης, απαιτεί συνολικότερες ρήξεις, αμφισβήτηση επί της ουσίας με αυτό το δρόμο ανάπτυξης».
Στάθηκε επίσης στη στάση των άλλων κομμάτων σε αυτά τα προβλήματα, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση, αλλά και τα άλλα κόμματα κλείνουν το μάτι ότι θα καταφέρουν να δώσουν λύση οι αυτοαπασχολούμενοι στα προβλήματά τους μέσω της δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης.
Αλλά και τα περί ανάπτυξης για όλους πρόκειται για απάτη. Η ίδια η πρόσφατη συμφωνία της κυβέρνησης τα λέει όλα:
- Παραμένουν τα φαραωνικά πλεονάσματα. Από ποιον θα τα πάρουν; Ακούσατε κανένα να λέει ότι θα καταργηθεί η φορολόγηση από το πρώτο ευρώ ή το τέλος επιτηδεύματος ή το τεκμαρτό; Αντίθετα μιλάνε για διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
- Διαρκής υποβάθμιση παροχών, όχι μόνο λόγω έλλειψης κονδυλίων, αλλά από στρατηγική επιλογή για την ενίσχυση ιδιωτικοποίησης, παράδοσης στα κοράκια του χώρου υπηρεσιών Υγείας και άλλες π.χ. διαχείριση των απορριμμάτων.
- Ταυτόχρονα προωθεί πολιτικές φιλομονοπωλιακές: Αναπτυξιακοί νόμοι, στήριξη μεγάλων, συνεργατικά σχήματα κλπ., μισθοί πείνας σε συνθήκες γαλέρας για όσους γίνουν εργαζόμενοι.
Κάποιοι μπορεί να ευνοηθούν, κάποιοι θα κλείσουν, κάποιοι θα αναπαράγονται σε συνθήκες χειρότερες. Ριζική αλλαγή, ωστόσο, δεν πρόκειται να υπάρξει. Λύση σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στις παλιές καλές μέρες».
Τέλος, σχετικά με την πρόταση του ΚΚΕ προς τους αυτοαπασχολούμενους, σημείωσε πως «μπροστά μας δύο δρόμοι ανοίγονται: Ο ένας είναι ο δρόμος του καπιταλισμού. Δρόμος που έδειξε τα δόντια του στην κρίση, θα τα δείξει και στην ανάπτυξη. Σε αυτόν ο αυτοαπασχολούμενος θα βρίσκεται μόνιμα κάτω από τις επιταγές του μονοπωλίου και του κράτους του. Είναι ο δρόμος που τον οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υποαπασχόληση. Που η δραστηριότητά του έχει ημερομηνία λήξης ανάλογα με τις ανάγκες και τις επιδιώξεις των μονοπωλίων.
Και υπάρχει και ο δρόμος του σοσιαλισμού, της μεγάλης συγκεντρωμένης κοινωνικοποιημένης παραγωγής που μπορεί να φέρει μόνο η εργατική εξουσία. Εδώ θα ενταχθεί και ο ίδιος ο αυτοαπαχολούμενος ως άμεσος παραγωγός. Με σταθερό ωράριο και εισόδημα, μακριά από εξαντλητικές και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας στις οποίες αναγκάζεται να υποβάλλει τον εαυτό του, που θα απολαμβάνει ανώτερη ποιότητα ζωής και θα καλύπτονται οι ανάγκες του.
Το ΚΚΕ δεν θέλει να εξαπατήσει τον αυτοαπασχολούμενο, να του υποσχεθεί ότι ο σοσιαλισμός θα διατηρήσει για πάντα τη μικρή ιδιοκτησία και θα καταργήσει μόνο τη μεγάλη καπιταλιστική. Στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ αναφέρεται ότι ελάχιστα είναι τα πεδία στα οποία μπορεί να χρειαστεί να παραμείνει η αυτοαπασχόληση κυρίως σε δευτερεύουσες υπηρεσίες και εκεί χωρίς την εκμετάλλευση εργατικής δύναμης».
Ταυτόχρονα υπογραμμίστηκε η σημασία των πρωτοβουλιών των κομμουνιστών στο κίνημα των αυτοαπασχολούμενων. «Έχει σημασία σήμερα η πρωτοβουλία που παίρνουν οι κομμουνιστές και τα σωματεία, ομοσπονδίες που συσπειρώνονται στην ΠΑΣΕΒΕ για την κυριακάτικη αργία και τον ελεύθερο χρόνο. Φέρνει στο προσκήνιο υπαρκτές ανάγκες που ο αυτοαπασχολούμενος έχει μάθει να τις φέρνει βόλτα ατομικά. Είναι κέρδος το ότι μπαίνει επί τάπητος το θέμα του ελεύθερου χρόνου, παροχών στήριξης του αυτοαπασχολούμενου, ιδιαίτερα της γυναίκας ως πλαίσιο διεκδίκησης γιατί πρόκειται για κοινωνικές ανάγκες, πιεστικές πια, και όχι πολυτέλεια, που δεν μπορούν παρά να λυθούν συλλογικά, με κοινωνικό τρόπο. Βοηθά σε αυτή την κατεύθυνση να ανοίξει το ζήτημα ολόπλευρα, να δει τον πραγματικό ένοχο που είναι το καπιταλιστικό κέρδος, τα κόμματα και οι κυβερνήσεις που δουλεύουν για την υποβοήθησή του. Βοηθά επίσης να περπατήσει από κοινού και με την ίδια την εργατική τάξη, με το ταξικό κίνημα, να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, ποιοι είναι οι φίλοι του και οι εχθροί του», σημειώθηκε χαρακτηριστικά.
Μετά την ομιλία ακολούθησε συζήτηση με αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους ΕΒΕ από διάφορους κλάδους, για προβλήματα που τους αφορούν, για την πείρα που προκύπτει από τη δράση του Κόμματος στους χώρους αυτούς.
Στην εισηγητική του παρέμβαση σημείωσε πως «το θέμα που συζητάμε έχει από μόνο του τις δυσκολίες του και
καταλαβαίνετε ότι αν θέλουμε να το πιάσουμε από τη σκοπιά των αυτοαπασχολούμενων γίνεται ακόμα πιο σύνθετο. Και γίνεται ακόμα πιο σύνθετο, γιατί αν είναι καθαρό ότι ο εργατοϋπάλληλος έχει καθορισμένο ωράριο και είναι εμφανείς οι επιπτώσεις σε βάρος του με βάση τις αλλαγές που συντελούνται π.χ. διευθέτηση χρόνου εργασίας, μη πληρωμή υπερωριών, ωράρια-λάστιχο, παράλληλα με μερική απασχόληση, προκειμένου να εκτοξεύσει τα κέρδη του το μεγάλο κεφάλαιο, ο δε αυτοαπασχολούμενος μοιάζει φαινομενικά -και το τονίζουμε αυτό το φαινομενικά- να έχει ο ίδιος το περιθώριο επιλογής τού πόσες ώρες θα εργαστεί στη βιοτεχνία, το ταξί, ακόμα και στο εμπόριο. Αν θα επιλέξει να ανοίξει Κυριακή, άλλωστε και οι ίδιοι οι νόμοι της απελευθέρωσης του ωραρίου και της κυριακάτικης αργίας τού δίνουν και τυπικά αυτό το δικαίωμα».
Ωστόσο, συμπλήρωσε, «είναι γνωστό ότι στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Η αγορά επιβάλλει τους δικούς της κανόνες μέσω του ανταγωνισμού, μετατρέποντας στην πράξη τους αυτοαπασχολούμενους σε ένα από τα πιο σκληρά εργαζόμενα τμήματα:
Ο ίδιος ο ανταγωνισμός και η προσπάθεια του αυτοαπασχολούμενου να αντεπεξέλθει στην πίεση από την αντικειμενική κυριαρχία των μονοπωλίων, τον αναγκάζουν να πάρει τέτοιου είδους, εις βάρος του τελικά, μέτρα».
Σχετικά με τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των εμπορικών επιχειρήσεων είπε ότι «γι' αυτό και η στάση του αυτοαπασχολούμενου απέναντι στη διεύρυνση του ωραρίου είναι αντιφατική. Από τη μία καταλαβαίνει ότι αυτή λειτουργεί παραλυτικά στις υπόλοιπες δραστηριότητες της ζωής του, στην οικογένειά του, στην ξεκούρασή του, στο να δει τα παιδιά του. Από την άλλη όμως την καταλαβαίνει περίπου σαν αναγκαίο κακό, στην οποία αν και ο ίδιος δεν το επιθυμεί θα αναγκαστεί πιθανά να πέσει και αυτός σε αυτή τη διαδικασία. Γι΄ αυτό και ενώ δυσανασχετεί, δυσκολεύεται να τραβηχτεί στην πάλη. Εκεί μάλιστα που η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας φέρνει σαν ώριμο φρούτο την αύξηση του ωραρίου, γίνεται και πιο εύκολα αποδεκτή».
Σε κάθε περίπτωση, συμπλήρωσε ο Θ. Τζίμας, «το βασικότερο κατά τη γνώμη μας πρόβλημα είναι ότι δυσκολεύεται ο ίδιος να δει την υπόθεση του χρόνου εργασίας, όπως και πολλά άλλα από τα προβλήματά του, έξω από τα όρια της ατομικής του ευθύνης. Ωστόσο ακόμα και σε αυτή χρειάζεται να δούμε τις εξελίξεις πιο ολοκληρωμένα: Με μια σειρά νομοθετικές ρυθμίσεις προσαρμόζονται οι πολιτικές που σχετίζονται και με το ζήτημα του χρόνου εργασίας, τα ωράρια λειτουργίας στις σημερινές ανάγκες και ιεραρχήσεις του κεφαλαίου.
Τις προηγούμενες δεκαετίες και προκειμένου να διευκολυνθεί η συγκεντροποίηση στον κλάδο τροφίμων, διευρύνθηκαν τα ωράρια προς όφελος των σούπερ μάρκετ κλπ. Τώρα προτεραιότητα παίρνουν τα σχέδια για στήριξη της τουριστικής δραστηριότητας, στον άξονα της οποίας προχωρούν νόμοι και διατάξεις προς όφελος κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον κλάδο. Περιοχές χαρακτηρίζονται ως τουριστικές, διευρύνονται ωράρια, προχωρά το άνοιγμα των καταστημάτων 32 Κυριακές το χρόνο, αλλά και "Λευκές Νύχτες" για τη διευκόλυνση συνδυασμένων δραστηριοτήτων».
Παράλληλα, ανέφερε ότι «αυτή είναι η κατάσταση που διαμορφώνει η περιβόητη ανάδειξη της χώρας σε τουριστικό κόμβο - βασικό διακύβευμα για τους αστούς για τη σταθεροποίηση της ανάκαμψης. Κατάσταση που κατά τη γνώμη μας για τους αυτοαπασχολούμενους, για τις μικρές επιχειρήσεις, τις ατομικές, οικογενειακές είναι μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα:
- Από τη μία, αν δεν έρθει ο τουρίστας, με δεδομένη τη διαρκή μείωση του λαϊκού εισοδήματος και τη συνεχιζόμενη συγκεντροποίηση, μόνη προοπτική είναι η υποαπασχόληση και το λουκέτο (μια ματιά σε μια σειρά μη τουριστικές περιοχές αρκεί).
- Από την άλλη σε συνθήκες τουριστικής ανόδου, μια μερίδα, που είναι ήδη πληγωμένη, θα κλείσει κάτω από το βάρος του ανταγωνισμού, ενώ όσοι καταφέρουν και επιβιώσουν θα είναι σε συνθήκες δραματικής επιδείνωσης των συνθηκών ζωής και εργασίας για να εξασφαλιστεί ένα σχετικά ικανοποιητικό εισόδημα που και αυτό θα εξανεμίζεται από την ακρίβεια της ζωής της λαϊκής οικογένειας, την εκτίναξη των λογαριασμών, τη δραματική περικοπή παροχών κλπ. Και αυτό ισχύει και για άλλους κλάδους εκτός των άμεσων εμπλεκόμενων με τον τουρισμό.
Αυτή είναι η κατάσταση που διαμορφώνεται στις συνθήκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και γι’ αυτό δεν φτιασιδώνεται με δήθεν άλλες αστικές πολιτικές διαχείρισης, απαιτεί συνολικότερες ρήξεις, αμφισβήτηση επί της ουσίας με αυτό το δρόμο ανάπτυξης».
Στάθηκε επίσης στη στάση των άλλων κομμάτων σε αυτά τα προβλήματα, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση, αλλά και τα άλλα κόμματα κλείνουν το μάτι ότι θα καταφέρουν να δώσουν λύση οι αυτοαπασχολούμενοι στα προβλήματά τους μέσω της δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης.
Αλλά και τα περί ανάπτυξης για όλους πρόκειται για απάτη. Η ίδια η πρόσφατη συμφωνία της κυβέρνησης τα λέει όλα:
- Παραμένουν τα φαραωνικά πλεονάσματα. Από ποιον θα τα πάρουν; Ακούσατε κανένα να λέει ότι θα καταργηθεί η φορολόγηση από το πρώτο ευρώ ή το τέλος επιτηδεύματος ή το τεκμαρτό; Αντίθετα μιλάνε για διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
- Διαρκής υποβάθμιση παροχών, όχι μόνο λόγω έλλειψης κονδυλίων, αλλά από στρατηγική επιλογή για την ενίσχυση ιδιωτικοποίησης, παράδοσης στα κοράκια του χώρου υπηρεσιών Υγείας και άλλες π.χ. διαχείριση των απορριμμάτων.
- Ταυτόχρονα προωθεί πολιτικές φιλομονοπωλιακές: Αναπτυξιακοί νόμοι, στήριξη μεγάλων, συνεργατικά σχήματα κλπ., μισθοί πείνας σε συνθήκες γαλέρας για όσους γίνουν εργαζόμενοι.
Κάποιοι μπορεί να ευνοηθούν, κάποιοι θα κλείσουν, κάποιοι θα αναπαράγονται σε συνθήκες χειρότερες. Ριζική αλλαγή, ωστόσο, δεν πρόκειται να υπάρξει. Λύση σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στις παλιές καλές μέρες».
Τέλος, σχετικά με την πρόταση του ΚΚΕ προς τους αυτοαπασχολούμενους, σημείωσε πως «μπροστά μας δύο δρόμοι ανοίγονται: Ο ένας είναι ο δρόμος του καπιταλισμού. Δρόμος που έδειξε τα δόντια του στην κρίση, θα τα δείξει και στην ανάπτυξη. Σε αυτόν ο αυτοαπασχολούμενος θα βρίσκεται μόνιμα κάτω από τις επιταγές του μονοπωλίου και του κράτους του. Είναι ο δρόμος που τον οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υποαπασχόληση. Που η δραστηριότητά του έχει ημερομηνία λήξης ανάλογα με τις ανάγκες και τις επιδιώξεις των μονοπωλίων.
Και υπάρχει και ο δρόμος του σοσιαλισμού, της μεγάλης συγκεντρωμένης κοινωνικοποιημένης παραγωγής που μπορεί να φέρει μόνο η εργατική εξουσία. Εδώ θα ενταχθεί και ο ίδιος ο αυτοαπαχολούμενος ως άμεσος παραγωγός. Με σταθερό ωράριο και εισόδημα, μακριά από εξαντλητικές και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας στις οποίες αναγκάζεται να υποβάλλει τον εαυτό του, που θα απολαμβάνει ανώτερη ποιότητα ζωής και θα καλύπτονται οι ανάγκες του.
Το ΚΚΕ δεν θέλει να εξαπατήσει τον αυτοαπασχολούμενο, να του υποσχεθεί ότι ο σοσιαλισμός θα διατηρήσει για πάντα τη μικρή ιδιοκτησία και θα καταργήσει μόνο τη μεγάλη καπιταλιστική. Στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ αναφέρεται ότι ελάχιστα είναι τα πεδία στα οποία μπορεί να χρειαστεί να παραμείνει η αυτοαπασχόληση κυρίως σε δευτερεύουσες υπηρεσίες και εκεί χωρίς την εκμετάλλευση εργατικής δύναμης».
Ταυτόχρονα υπογραμμίστηκε η σημασία των πρωτοβουλιών των κομμουνιστών στο κίνημα των αυτοαπασχολούμενων. «Έχει σημασία σήμερα η πρωτοβουλία που παίρνουν οι κομμουνιστές και τα σωματεία, ομοσπονδίες που συσπειρώνονται στην ΠΑΣΕΒΕ για την κυριακάτικη αργία και τον ελεύθερο χρόνο. Φέρνει στο προσκήνιο υπαρκτές ανάγκες που ο αυτοαπασχολούμενος έχει μάθει να τις φέρνει βόλτα ατομικά. Είναι κέρδος το ότι μπαίνει επί τάπητος το θέμα του ελεύθερου χρόνου, παροχών στήριξης του αυτοαπασχολούμενου, ιδιαίτερα της γυναίκας ως πλαίσιο διεκδίκησης γιατί πρόκειται για κοινωνικές ανάγκες, πιεστικές πια, και όχι πολυτέλεια, που δεν μπορούν παρά να λυθούν συλλογικά, με κοινωνικό τρόπο. Βοηθά σε αυτή την κατεύθυνση να ανοίξει το ζήτημα ολόπλευρα, να δει τον πραγματικό ένοχο που είναι το καπιταλιστικό κέρδος, τα κόμματα και οι κυβερνήσεις που δουλεύουν για την υποβοήθησή του. Βοηθά επίσης να περπατήσει από κοινού και με την ίδια την εργατική τάξη, με το ταξικό κίνημα, να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, ποιοι είναι οι φίλοι του και οι εχθροί του», σημειώθηκε χαρακτηριστικά.
Μετά την ομιλία ακολούθησε συζήτηση με αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους ΕΒΕ από διάφορους κλάδους, για προβλήματα που τους αφορούν, για την πείρα που προκύπτει από τη δράση του Κόμματος στους χώρους αυτούς.