Από πολλούς ανθρώπους των
λαϊκών στρωμάτων, που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές,
ακούγεται το εξής επιχείρημα: «Αφού δεν τα κατάφεραν αυτοί, τότε τίποτα
δεν μπορεί να αλλάξει». Είναι πράγματι έτσι;
Είναι φανερή η απογοήτευση που έχει σπείρει σε μεγάλο
μέρος των λαϊκών ανθρώπων ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του. Όχι μόνο η
ελπίδα δεν ήρθε, αλλά υπονομεύεται ακόμα και η δυνατότητα του λαού να
ελπίζει, να προσδοκά κάτι διαφορετικό. Αυτή είναι μια από τις
μεγαλύτερες προσφορές του ΣΥΡΙΖΑ στο σύστημα: Έσπειρε την απογοήτευση
και τη μοιρολατρία σ' ένα τμήμα των λαϊκών στρωμάτων και έκανε τη ΝΔ και
το ΠΑΣΟΚ να εμφανίζονται δικαιωμένοι για την αντιλαϊκή πολιτική τους,
παρουσιάζοντάς την μάλιστα σαν μονόδρομο για το λαό. Με τον τρόπο αυτό,
αν δεν υπάρξει καθοριστική παρέμβαση του λαού, είναι τώρα ευκολότερο να
περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα και οι εφαρμοστικοί του 3ου
μνημονίου, που
ψήφισαν από κοινού ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ - ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - Ποτάμι. Είναι ευκολότερο
να αποδεχτούν τις επιθέσεις της εργοδοσίας που έχει ξεσαλώσει τους
τελευταίους μήνες.
Η απογοήτευση αυτή μπορεί να έχει εξήγηση, σε καμιά
περίπτωση όμως δεν πρέπει να «παίρνει από κάτω» το λαό. Η υιοθέτηση και
υπογραφή του τρίτου μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί στα μάτια εκείνων
που τον ψήφισαν να φαίνεται σαν συνθηκολόγηση κάτω από το βάρος των
«εκβιασμών» που δέχτηκε από τους δανειστές, στην πραγματικότητα όμως
ήταν η κατάληξη μιας προδιαγεγραμμένης πορείας που καθορίστηκε από την
ίδια τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος που αποδέχεται τον
καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και την ΕΕ. Τι έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά;
Ότι θα διαπραγματευτεί εντός της ΕΕ για την αναθεώρηση της δανειακής
σύμβασης σε «αναπτυξιακή» κατεύθυνση, με στόχο να υποβοηθήσει την
ταχύτερη επάνοδο της οικονομίας σε ρυθμούς ανάκαμψης.
Το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων ήταν λοιπόν εκ των
πραγμάτων προδιαγεγραμμένο. Η κυβέρνηση δεν διαπραγματευόταν για το λαό,
αλλά για την εξασφάλιση των όρων στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους ήθελε τη χαλάρωση της
λιτότητας και την απομείωση του κρατικού χρέους. Για το λαό υποσχόταν
μόνο λίγα ψίχουλα, τα οποία, κάτω από το βάρος των περικοπών από τα
προηγούμενα δύο μνημόνια, τα εμφάνιζε -λάθρα- σαν παροχές που ανοίγουν
τάχα το δρόμο για την ανάκτηση των απωλειών, ακόμα και για ριζικές
αλλαγές προς όφελός του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παγίδευσε το λαό, λέγοντας συνειδητά ψέματα
ότι δεν χρειάζεται ρήξη, σύγκρουση, ανατροπή της καπιταλιστικής
ιδιοκτησίας και εξουσίας για να δει ο λαός άσπρη μέρα. Αρκεί ο Τσίπρας
να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι, να διαπραγματευτεί «σκληρά».
Παραμύθιασε το λαό ότι στην καπιταλιστική ΕΕ, όπου η ανισομετρία στην
ανάπτυξη και ο διαφορετικός βαθμός εκδήλωσης της κρίσης αναπαράγουν και
βαθαίνουν τις σχέσεις ανισοτιμίας ανάμεσα στα κράτη - μέλη, μπορεί η
καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας να σταθεί στο ίδιο σκαλοπάτι με
αυτήν της Γερμανίας και άλλων χωρών, μόνο και μόνο επειδή αυτό
διακηρύττουν οι ...ιδρυτικές αξίες της ΕΕ! Πουλούσε προεκλογικά στο λαό
«φύκια για μεταξωτές κορδέλες», καλλιεργώντας φρούδες προσδοκίες που
τώρα σκάνε σαν φούσκα και οδηγούν στην απογοήτευση.
Ο λαός πρέπει να διαβάσει «ανάποδα» τις εξελίξεις. Να
αντιστρέψει το επιχείρημα του «τίποτε δε γίνεται» και στη θέση του να
βάλει το εξής: Τώρα τους δοκίμασα όλους. Από άλλο δρόμο, φάνηκε ότι ο
ΣΥΡΙΖΑ με πήγε εκεί που με οδηγούσαν και οι προηγούμενοι. Η «αποτυχία»
του ΣΥΡΙΖΑ να ανακουφίσει τα λαϊκά στρώματα, παρά τις προεκλογικές του
διακηρύξεις, είναι επιβεβαίωση ότι ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης δεν
γίνεται φιλολαϊκός. Είναι απόδειξη ότι η ΕΕ δεν αλλάζει προς όφελος του
λαού. Ότι όσο κουμάντο κάνουν τα μονοπώλια στην οικονομία και κρατούν
την εξουσία, διέξοδος για το λαό δεν μπορεί να υπάρξει. Ότι γι' αυτό η
λύση βρίσκεται έξω από αυτό το σύστημα και σε ρήξη μαζί του, στο δρόμο
της ανατροπής του.
Αυτά τα συμπεράσματα πρέπει να καθορίσουν την
πολιτική στάση των λαϊκών στρωμάτων στις εκλογές και μετά από αυτές. Με
αισιοδοξία να φτάσουν στην κάλπη με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ. Να ενισχύσουν
το μόνο κόμμα που την άλλη μέρα θα δώσει όλες του τις δυνάμεις για να
εκφραστεί στο κίνημα η ανεξάντλητη δύναμη του λαού, για να ανοίξει ο
δρόμος της πραγματικής ανατροπής.