Είναι η τρομοκρατία «επαναστατική
δράση»; Ας παραμερίσουμε, για να απαντήσουν κάποιοι αρμοδιότεροι ημών,
αλλά και των κάθε λογής… «Ζορό»:
ΛΕΝΙΝ (σ.σ.: ένας «υποδεέστερος» προφανώς επαναστάτης σε σχέση με τους αυτόκλητους «εκδικητές»…) ξεκαθάριζε από πολύ νωρίς (στο γράμμα του «Προς τον Φ. Κορίτσονερ, 25 του Οκτώβρη 1916») τα εξής, έτσι για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το ρόλο τέτοιου είδους «τύπων» και για το
πώς αξιοποιούνται από το σύστημα:
Αλλά, είναι ηλίου φαεινότερο: Και 1.000 χρόνια να περάσουν, και 1.000.000 φορές να τοποθετηθούν οι κομμουνιστές γύρω από το ζήτημα, οι αδαείς, οι κάθε λογής γκεμπελίσκοι, οι διατεταγμένοι στην υπηρεσία της πολιτικής και ιστορικής παραχάραξης, οι «ενσωματωμένοι»στις καθεστωτικές εργολαβίες της μετατροπής των εννοιών «Αριστερά», «Προλεταριακή Δημοκρατία», «Κομμουνισμός», σε ποινικά αδικήματα (!), οι επιφορτισμένοι να αναπαράγουν την ιταμή και προβοκατόρικη συσχέτιση της πολιτικής πάλης του εργατικού κινήματος με την τρομοκρατία (!) θα συνεχίσουν το βιολί τους.
Όπως θα συνεχίσουν το βιολί τους και εκείνοι οι μηχανισμοί που, μέχρι να τους συντρίψει ο λαός, θα κατασκευάζουν την τρομοκρατία ή θα αξιοποιούν την τρομοκρατία, ώστε να τη μετασχηματίζουν σε τρομο-υστερία, σε τρομο-λαγνεία και, τελικά, σε μέθοδο τρομοκράτησης του λαού και σε «επιχείρημα» συκοφάντησης των μαζικών αγώνων του λαού ενάντια στους δυνάστες του.
Υστερόγραφο 1:
Η πολιτική των δοτών πρωθυπουργών και των καταστροφικών PSI, η «δημοκρατία» των Μνημονίων που επί Παπαδήμου πήγε τον κατώτατο μισθό από τα 751 ευρώ στα 490 για τους νέους, που παραχωρούσε τα αποθεματικά της Εργατικής Εστίας στα κοράκια, που εκτίναξε τον ΦΠΑ στα τρόφιμα και στα φάρμακα του λαού, είναι συνώνυμη του κοινωνικού εξανδραποδισμού. Αλλά ο κοινωνικός εξανδραποδισμός δεν θα τερματιστεί με την φυσική εξόντωση των «Παπαδήμων». Ούτε με την «ανάθεση» σε κουμπουροφόρους να αναλαμβάνουν αυτόκλητα να πάρουν «εκδίκηση» για λογαριασμό του λαού με όρους «προσωπικής βεντέτας». Θα τερματιστεί μόνο με την αχρήστευση της μήτρας που γεννά αυτές τις πολιτικές. Μόνο με την ανατροπή της δυνατότητάς να αναθέτει στον έναν μετά τον άλλον στους εκπροσώπους της την εφαρμογή του «δίκιου» της πλουτοκρατίας. Αυτό μόνο ο ανοιχτός, μαζικός πολιτικός αγώνας μπορεί να το καταφέρει. Μόνο έτσι τσακίζονται οι μηχανισμοί μιας «δημοκρατίας» που ενέργειες σαν αυτή εναντίον του Παπαδήμου της προσφέρουν το άλλοθι, από τη μια να ποζάρει σαν βαλλόμενη κι από την άλλη να εντείνει την κατασταλτική της βαρβαρότητα.
Υστερόγραφο 2:
Ευτυχώς σε αυτή τη χώρα έχουμε γνωρίσει αντάρτες. Πραγματικούς. Και μάθαμε από αυτούς ότι η εγωπάθεια του «εκλεκτού εκδικητή» δεν είναι αντάρτικο. Μάθαμε από αυτούς, από τους πραγματικούς αντάρτες, ότι ο «ελέω λαού» (!) τρομοκράτης δεν είναι «αντάρτης». Ο λαός δεν αναθέτει τις υποθέσεις του στους κουμπουροφόρους. Βγαίνει ο ίδιος στο προσκήνιο της Ιστορίας και παλεύει για το δίκιο του. Κι όταν χρειαστεί είναι ο λαός που γίνεται αντάρτης. Γιατί, τελικά, «αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα ειν’ ο ίδιος ο λαός»! Όπως ακριβώς το λέει εκείνη η στροφή στον ύμνο του ΕΛΑΣ!
ΛΕΝΙΝ (σ.σ.: ένας «υποδεέστερος» προφανώς επαναστάτης σε σχέση με τους αυτόκλητους «εκδικητές»…) ξεκαθάριζε από πολύ νωρίς (στο γράμμα του «Προς τον Φ. Κορίτσονερ, 25 του Οκτώβρη 1916») τα εξής, έτσι για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το ρόλο τέτοιου είδους «τύπων» και για το
πώς αξιοποιούνται από το σύστημα:
«Όσον
αφορά την πολιτική εκτίμηση της πράξης, εμείς, φυσικά, παραμένουμε στην
παλιά μας άποψη, που έχει επιβεβαιωθεί από την πείρα δεκαετιών, ότι οι
ατομικές τρομοκρατικές απόπειρες (…) σαν επαναστατική τακτική, είναι
άσκοπες και επιζήμιες. Μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να θεωρηθεί σαν πραγματική πολιτική πάλη», σημείωνε ο Λένιν, και συνέχιζε: «Οι τρομοκράτες στη Ρωσία (ενάντιά τους πάντοτε παλεύαμε) έκαναν
μία σειρά μεμονωμένες απόπειρες δολοφονίας, όμως το Δεκέμβρη του 1905,
όταν η υπόθεση έφτασε επιτέλους στο μαζικό κίνημα, στην εξέγερση (…)
τότε ακριβώς οι «τρομοκράτες» απουσίασαν…». (ΛΕΝΙΝ, Άπαντα, τ. 40, σελ. 312).
«Ας περάσουμε στο δεύτερο σημείο, στο ζήτημα της τρομοκρατίας (…) Η ακαταλληλότητά της έχει αποδειχθεί τόσο καθαρά από την πείρα του
ρωσικού επαναστατικού κινήματος (…) Οι Ρώσοι σοσιαλδημοκράτες
αναιρούσαν (και αναίρεσαν για πολύ καιρό) τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας
μεθόδου πάλης… Οι σοσιαλιστές – επαναστάτες έχουν την αφέλεια να μην
αντιλαμβάνονται πως η ροπή τους προς την τρομοκρατία βρίσκεται στην πιο
στενή αιτιατή σύνδεση με το γεγονός ότι οι ίδιοι στάθηκαν από μιας αρχής
και εξακολουθούν να στέκονται παράμερα από το εργατικό κίνημα, χωρίς,
μάλιστα, να επιδιώκουν να γίνουν κόμμα της επαναστατικής τάξης που
διεξάγει τον ταξικό της αγώνα… Το ότι η μοναδική «ελπίδα» της
επανάστασης είναι το «πλήθος», ότι ενάντια στην αστυνομία μπορεί να
παλέψει μόνο η επαναστατική οργάνωση που καθοδηγεί (στην πράξη, κι όχι
στα λόγια) αυτό το πλήθος, αυτό είναι πια στοιχειώδες. Αυτό
είναι ντροπή να το αποδείχνει κανείς. Και μόνο άνθρωποι που ξέχασαν τα
πάντα και δε διδάχτηκαν απολύτως τίποτα, μπορούσαν να υποστηρίξουν το
«αντίθετο» (…) Να καλείς σε μια τέτοια τρομοκρατία, όπως είναι η
διοργάνωση αποπειρών δολοφονίας ενάντια σε υπουργούς από μεμονωμένα
άτομα και από άγνωστους μεταξύ τους ομίλους, τη στιγμή που οι
επαναστάτες δεν έχουν αρκετές δυνάμεις και μέσα για την καθοδήγηση της
μάζας, που ήδη ξεσηκώνεται, σημαίνει ότι όχι μόνο διακόπτεις μ’ αυτόν τον τρόπο τη δουλειά μέσα στις μάζες, αλλά και προκαλείς άμεσα την αποδιοργάνωση της δουλειάς (…).
Εμείς, οι επαναστάτες (…) Πρέπει να δρούμε όλοι μαζί πιο ενεργητικά,
πιο θαρραλέα και πιο οργανωμένα. Ενώ οι σοσιαλιστές – επαναστάτες
συμπεραίνουν: «Πυροβόλα, ασύλληπτο άτομο, γιατί, αλίμονο, η μάζα θα
αργήσει ακόμα, και γιατί ενάντια στη μάζα υπάρχουν φαντάροι». Αυτό πια
είναι τελείως ανόητο, κύριοι!» (Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: «Άπαντα», τ. 6, σελ. 381 – 385, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
«Το συνέδριο αποκρούει κατηγορηματικά την τρομοκρατία, δηλαδή
το σύστημα των πολιτικών εκτελέσεων μεμονωμένων προσώπων σαν μέθοδο
πολιτικής πάλης τελείως ακατάλληλη… (γιατί) καλλιεργεί και στους ίδιους
τους επαναστάτες και στον πληθυσμό γενικά τις πιο στραβές αντιλήψεις για
τα καθήκοντα και τις μεθόδους πάλης ενάντια στην απολυταρχία». (ΛΕΝΙΝ, Άπαντα τ. 7, σελ. 249).
«(…) Οι μεμονωμένες απόπειρες δολοφονίας, σαν επαναστατική τακτική, είναι άσκοπες και επιζήμιες. Μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να θεωρηθεί σαν πραγματική πολιτική πάλη (…)». (ΛΕΝΙΝ, Άπαντα, τ. 40, σελ. 312).
ΕΝΓΚΕΛΣ – Ένας ακόμα «υποδεέστερος» επαναστάτης των διαφόρων «ανταρτών»:
«(…) Τούτη η παθιασμένη πυρετώδης φούρια, τούτο το πυροτέχνημα των δολοφονιών, που δεν έχουν κανένα νόημα, και, αν το καλοκοιτάξεις, είναι πληρωμένες και μονταρισμένες απ’ την αστυνομία, – έγραφε ο Ένγκελς – δεν μπορεί να μην ανοίξει τα μάτια ακόμα και του αστισμού για τον αληθινό χαρακτήρα αυτής της προπαγάνδας των φρενοβλαβών και βαλτών πρακτόρων(…)». (Φρ. Ένγκελς, επιστολή του προς τον Πάμπλο Ιγκλέσιας στη Μαδρίτη, Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ, Άπαντα, τ. 39, σελ. 223).
ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ – Ας έρθουμε σε κάποιον που υποτίθεται ότι οι τάχα «επαναστάτες» τον έχουν σε εκτίμηση:
«Είμαστε ειλικρινά πεπεισμένοι ότι η τρομοκρατία είναι ένα αρνητικό όπλο, που
δεν προσφέρει απολύτως ποτέ τα αναμενόμενα αποτελέσματα κι ότι μπορεί
να απομακρύνει το λαό από ένα επαναστατικό κίνημα, αφού συνδέεται
ολοκληρωτικά με αυτούς που επιδιώκουν ανθρώπινες απώλειες χωρίς
προοπτική για τα προσδοκώμενα αποτελέσματα».(Τσε Γκεβάρα, «Ο Ανταρτοπόλεμος», σελ. 127, εκδόσεις «Καρανάση», Αθήνα, 1982).
«Η
δολοφονία και ο τυφλός τερορισμός (τρομοκρατία) δεν πρέπει να
χρησιμοποιούνται. Είναι προτιμότερο να γίνεται μαζική δουλειά, να
εντυπώνεται το επαναστατικό ιδανικό, και να το κάνει να ωριμάσει για να
μπορούν, στη δοσμένη στιγμή, να κινητοποιήσουν αυτές τις μάζες
υποστηριζόμενες από τον επαναστατικό στρατό και να κάνουν να κλίνει η
πλάστιγγα προς την πλευρά της Επανάστασης». (Τσε Γκεβάρα, στο ίδιο, σελ. 118-119).
ΤΡΟΤΣΚΙ – Ένας ακόμα που δεν ήξερε όσα γνωρίζουν αυτοί:
«Η
ατομική τρομοκρατία είναι ίσα – ίσα απαράδεκτη για μας γιατί ελαττώνει
στις μάζες την ίδια την αυτοεκτίμησή τους, τις συμφιλιώνει με τις
αδυναμίες τους και προσανατολίζει τα βλέμματά τους όπως και τις ελπίδες
τους στην έλευση του μεγάλου εκδικητή, του απελευθερωτή που θα ‘ρθει μια
μέρα και θα εκπληρώσει την αποστολή του» (Τρότσκι, «Για την ατομική
τρομοκρατία», http://www.scribd.com).
ΜΑΡΞ/ΕΝΓΚΕΛΣ –
Έτσι αντιμετώπιζαν οι επαναστάτες την ατομική τρομοκρατία. Μάλιστα οι
Μαρξ και Ένγκελς, καταδεικνύοντας τι κρυβόταν πίσω από τη «Μυστική
Συμμαχία» των Μπακούνιν – Νετσάγιεφ, έγραφαν:
«Εδώ
έχουμε να κάνουμε με μια εταιρεία, που (…) δε διστάζει να χρησιμοποιήσει
κάθε μέσο και κάθε δολιότητα. Το ψέμα, η συκοφαντία, οι εκφοβισμοί, οι
τραμπουκισμοί, είναι χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. (…) Εμείς τους
παραδίδουμε στην περιφρόνηση των εργατών και στην εύνοια των
κυβερνήσεων, στις οποίες πρόσφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες,
αποδιοργανώνοντας το εργατικό κίνημα. Η εφημερίδα της Ζυρίχης «Tagwacht»
είχε απόλυτο δίκιο όταν, απαντώντας στον Μπακούνιν, έλεγε: «Αν δεν
είστε πληρωμένος πράκτορας, τότε, όπως και να ‘χει, ένα
είναι φανερό: Κανένας πληρωμένος πράκτορας δε θα μπορούσε να προξενήσει
μεγαλύτερη ζημιά απ’ ό,τι προξενήσατε εσείς»» («Κ. Μαρξ – Φ. Ένγκελς, «Για τον αναρχισμό», εκδόσεις «Καζάντζα»).
Αυτή είναι η «σχέση» των επαναστατών, των μαρξιστών, με την ατομική τρομοκρατία. Πράγματα γνωστά. Εδώ και 150 χρόνια. Αλλά, είναι ηλίου φαεινότερο: Και 1.000 χρόνια να περάσουν, και 1.000.000 φορές να τοποθετηθούν οι κομμουνιστές γύρω από το ζήτημα, οι αδαείς, οι κάθε λογής γκεμπελίσκοι, οι διατεταγμένοι στην υπηρεσία της πολιτικής και ιστορικής παραχάραξης, οι «ενσωματωμένοι»στις καθεστωτικές εργολαβίες της μετατροπής των εννοιών «Αριστερά», «Προλεταριακή Δημοκρατία», «Κομμουνισμός», σε ποινικά αδικήματα (!), οι επιφορτισμένοι να αναπαράγουν την ιταμή και προβοκατόρικη συσχέτιση της πολιτικής πάλης του εργατικού κινήματος με την τρομοκρατία (!) θα συνεχίσουν το βιολί τους.
Όπως θα συνεχίσουν το βιολί τους και εκείνοι οι μηχανισμοί που, μέχρι να τους συντρίψει ο λαός, θα κατασκευάζουν την τρομοκρατία ή θα αξιοποιούν την τρομοκρατία, ώστε να τη μετασχηματίζουν σε τρομο-υστερία, σε τρομο-λαγνεία και, τελικά, σε μέθοδο τρομοκράτησης του λαού και σε «επιχείρημα» συκοφάντησης των μαζικών αγώνων του λαού ενάντια στους δυνάστες του.
Υστερόγραφο 1:
Η πολιτική των δοτών πρωθυπουργών και των καταστροφικών PSI, η «δημοκρατία» των Μνημονίων που επί Παπαδήμου πήγε τον κατώτατο μισθό από τα 751 ευρώ στα 490 για τους νέους, που παραχωρούσε τα αποθεματικά της Εργατικής Εστίας στα κοράκια, που εκτίναξε τον ΦΠΑ στα τρόφιμα και στα φάρμακα του λαού, είναι συνώνυμη του κοινωνικού εξανδραποδισμού. Αλλά ο κοινωνικός εξανδραποδισμός δεν θα τερματιστεί με την φυσική εξόντωση των «Παπαδήμων». Ούτε με την «ανάθεση» σε κουμπουροφόρους να αναλαμβάνουν αυτόκλητα να πάρουν «εκδίκηση» για λογαριασμό του λαού με όρους «προσωπικής βεντέτας». Θα τερματιστεί μόνο με την αχρήστευση της μήτρας που γεννά αυτές τις πολιτικές. Μόνο με την ανατροπή της δυνατότητάς να αναθέτει στον έναν μετά τον άλλον στους εκπροσώπους της την εφαρμογή του «δίκιου» της πλουτοκρατίας. Αυτό μόνο ο ανοιχτός, μαζικός πολιτικός αγώνας μπορεί να το καταφέρει. Μόνο έτσι τσακίζονται οι μηχανισμοί μιας «δημοκρατίας» που ενέργειες σαν αυτή εναντίον του Παπαδήμου της προσφέρουν το άλλοθι, από τη μια να ποζάρει σαν βαλλόμενη κι από την άλλη να εντείνει την κατασταλτική της βαρβαρότητα.
Υστερόγραφο 2:
Ευτυχώς σε αυτή τη χώρα έχουμε γνωρίσει αντάρτες. Πραγματικούς. Και μάθαμε από αυτούς ότι η εγωπάθεια του «εκλεκτού εκδικητή» δεν είναι αντάρτικο. Μάθαμε από αυτούς, από τους πραγματικούς αντάρτες, ότι ο «ελέω λαού» (!) τρομοκράτης δεν είναι «αντάρτης». Ο λαός δεν αναθέτει τις υποθέσεις του στους κουμπουροφόρους. Βγαίνει ο ίδιος στο προσκήνιο της Ιστορίας και παλεύει για το δίκιο του. Κι όταν χρειαστεί είναι ο λαός που γίνεται αντάρτης. Γιατί, τελικά, «αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα ειν’ ο ίδιος ο λαός»! Όπως ακριβώς το λέει εκείνη η στροφή στον ύμνο του ΕΛΑΣ!
Του Νίκου Μπογιόπουλου