Καπιταλιστική κερδοφορία, άνοιγμα νέων πεδίων δράσης για το κεφάλαιο
και ικανοποίηση των εργατικών - λαϊκών αναγκών είναι έννοιες ασύμβατες.
Οι επιβεβαιώσεις είναι πολλές και συνεχείς, όπως και η πείρα που έχουν
συγκεντρώσει οι εργαζόμενοι και οι λαϊκές οικογένειες σε κάθε πλευρά της
ζωής τους.
Μια από αυτές αφορά ένα από τα πλέον στοιχειώδη, όπως είναι η ανάγκη για φτηνό ρεύμα. Ανάγκη που ενώ σήμερα υπάρχουν όλες οι δυνατότητες να ικανοποιηθεί, εμπόδιο και εδώ στέκει η καπιταλιστική κερδοφορία, που υπηρετείται και
από τη στρατηγική της «απελευθέρωσης», την οποία με συνέπεια υλοποιούν όλες οι αστικές κυβερνήσεις και τα κόμματα, με επώδυνες συνέπειες για τα λαϊκά νοικοκυριά και ανατροπές δίχως τέλος για τους εργαζόμενους του κλάδου.
Τα όσα προαναγγέλλονται τις μέρες αυτές για το νέο τσεκούρι που έρχεται στο «κοινωνικό τιμολόγιο», με τις προτάσεις της ΡΑΕ για ακόμα ψιλότερη «κρησάρα» των δικαιούχων, αλλά και η ίδια η αντίδραση της ΔΕΗ ΑΕ γι' αυτό το θέμα, είναι αποκαλυπτικά. Ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για ένα υποτυπώδες μέτρο πρόσβασης των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων σε στοιχειώδη (και ανεπαρκή τις περισσότερες φορές) κατανάλωση ρεύματος.
Οπως όλα δείχνουν, οι προτάσεις της ΡΑΕ περιλαμβάνουν αυστηρότερες προϋποθέσεις ένταξης στο «κοινωνικό τιμολόγιο» και νέα κριτήρια αποκλεισμών, από την εφαρμογή των οποίων εκτιμάται ότι ο συνολικός αριθμός των δικαιούχων θα μειωθεί έως και κατά 100.000 άτομα!
Η πρόταση της ΡΑΕ βεβαίως δεν έρχεται σε «κενό αέρος». «Κουμπώνει» στα όσα έχουν συμφωνηθεί σχετικά με τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στην παραγωγή και στη λιανική αγορά, στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας. Ανεξάρτητα, επομένως, από το ποιες θα είναι οι τελικές αποφάσεις, αυτές θα κινηθούν με γνώμονα τη μείωση του συνολικού κόστους για τους επιχειρηματικούς ομίλους του κλάδου, τόσο της ΔΕΗ ΑΕ, όσο και των ανταγωνιστών της.
Αυτό επισημαίνει με τη σειρά της και η ίδια η ΔΕΗ ΑΕ, που θεωρεί «αυτονόητο» ότι ως ιδιωτική επιχείρηση (και μάλιστα «σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού», όπως λέει), δεν μπορεί να κάνει «κοινωνική πολιτική» και «να επωμίζεται ευθύνες που ανήκουν στην πολιτεία». Σ' αυτή την κατεύθυνση, ζητάει οι δικαιούχοι του «κοινωνικού τιμολογίου» να επιδοτούνται από το κράτος (π.χ. με κουπόνια) και να επιλέγουν τον προμηθευτή της αρεσκείας τους, ώστε η επιχείρηση να απαλλαγεί από τους «μη ελκυστικούς» αυτούς καταναλωτές, που μέχρι σήμερα παραμένουν αποκλειστικά στη ΔΕΗ.
Μάλιστα, η Επιχείρηση επισημαίνει ακριβώς αυτό, ότι η παραμονή του σημερινού καθεστώτος για το «κοινωνικό τιμολόγιο» βάζει «ένα ακόμα εμπόδιο στο άνοιγμα της αγοράς, καθώς η Ενέργεια που καταναλώνεται για το ΚΟΤ είναι της τάξης του 5 - 6% της συνολικής».
Τα παραπάνω, μαζί με πολλά ακόμα, ξεσκεπάζουν τα παραμύθια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων, ότι η «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η σημαντική ενίσχυση του «ανταγωνισμού», που προωθούν για λογαριασμό των μονοπωλίων, γίνονται προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
Στην πραγματικότητα, επιβεβαιώνεται ότι η «ενεργειακή φτώχεια», που μεγαλώνει για τις λαϊκές οικογένειες, είναι η άλλη όψη της καπιταλιστικής ανάπτυξης στον κλάδο, των μεγάλων «ντιλς» και συμπράξεων των επιχειρηματικών ομίλων, της στρατηγικής «απελευθέρωσης», στο πλαίσιο των κατευθύνσεων συνολικά στην ΕΕ.
Επομένως, από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, χρειάζεται να δυναμώσει η πάλη για ρεύμα φτηνό σε όλα τα λαϊκά νοικοκυριά, για να μη γίνει καμία διακοπή σε λαϊκές οικογένειες, για ανακούφιση των ανέργων από τις οφειλές στη ΔΕΗ. Να δεθεί αυτός ο αγώνας με τη συνολική αμφισβήτηση των σχεδίων κυβέρνησης - κεφαλαίου για παραπέρα «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας. Με την πάλη για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, για ρεύμα κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, που προϋποθέτει εργατική εξουσία και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.
Μια από αυτές αφορά ένα από τα πλέον στοιχειώδη, όπως είναι η ανάγκη για φτηνό ρεύμα. Ανάγκη που ενώ σήμερα υπάρχουν όλες οι δυνατότητες να ικανοποιηθεί, εμπόδιο και εδώ στέκει η καπιταλιστική κερδοφορία, που υπηρετείται και
από τη στρατηγική της «απελευθέρωσης», την οποία με συνέπεια υλοποιούν όλες οι αστικές κυβερνήσεις και τα κόμματα, με επώδυνες συνέπειες για τα λαϊκά νοικοκυριά και ανατροπές δίχως τέλος για τους εργαζόμενους του κλάδου.
Τα όσα προαναγγέλλονται τις μέρες αυτές για το νέο τσεκούρι που έρχεται στο «κοινωνικό τιμολόγιο», με τις προτάσεις της ΡΑΕ για ακόμα ψιλότερη «κρησάρα» των δικαιούχων, αλλά και η ίδια η αντίδραση της ΔΕΗ ΑΕ γι' αυτό το θέμα, είναι αποκαλυπτικά. Ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για ένα υποτυπώδες μέτρο πρόσβασης των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων σε στοιχειώδη (και ανεπαρκή τις περισσότερες φορές) κατανάλωση ρεύματος.
Οπως όλα δείχνουν, οι προτάσεις της ΡΑΕ περιλαμβάνουν αυστηρότερες προϋποθέσεις ένταξης στο «κοινωνικό τιμολόγιο» και νέα κριτήρια αποκλεισμών, από την εφαρμογή των οποίων εκτιμάται ότι ο συνολικός αριθμός των δικαιούχων θα μειωθεί έως και κατά 100.000 άτομα!
Η πρόταση της ΡΑΕ βεβαίως δεν έρχεται σε «κενό αέρος». «Κουμπώνει» στα όσα έχουν συμφωνηθεί σχετικά με τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στην παραγωγή και στη λιανική αγορά, στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας. Ανεξάρτητα, επομένως, από το ποιες θα είναι οι τελικές αποφάσεις, αυτές θα κινηθούν με γνώμονα τη μείωση του συνολικού κόστους για τους επιχειρηματικούς ομίλους του κλάδου, τόσο της ΔΕΗ ΑΕ, όσο και των ανταγωνιστών της.
Αυτό επισημαίνει με τη σειρά της και η ίδια η ΔΕΗ ΑΕ, που θεωρεί «αυτονόητο» ότι ως ιδιωτική επιχείρηση (και μάλιστα «σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού», όπως λέει), δεν μπορεί να κάνει «κοινωνική πολιτική» και «να επωμίζεται ευθύνες που ανήκουν στην πολιτεία». Σ' αυτή την κατεύθυνση, ζητάει οι δικαιούχοι του «κοινωνικού τιμολογίου» να επιδοτούνται από το κράτος (π.χ. με κουπόνια) και να επιλέγουν τον προμηθευτή της αρεσκείας τους, ώστε η επιχείρηση να απαλλαγεί από τους «μη ελκυστικούς» αυτούς καταναλωτές, που μέχρι σήμερα παραμένουν αποκλειστικά στη ΔΕΗ.
Μάλιστα, η Επιχείρηση επισημαίνει ακριβώς αυτό, ότι η παραμονή του σημερινού καθεστώτος για το «κοινωνικό τιμολόγιο» βάζει «ένα ακόμα εμπόδιο στο άνοιγμα της αγοράς, καθώς η Ενέργεια που καταναλώνεται για το ΚΟΤ είναι της τάξης του 5 - 6% της συνολικής».
Τα παραπάνω, μαζί με πολλά ακόμα, ξεσκεπάζουν τα παραμύθια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων, ότι η «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και η σημαντική ενίσχυση του «ανταγωνισμού», που προωθούν για λογαριασμό των μονοπωλίων, γίνονται προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
Στην πραγματικότητα, επιβεβαιώνεται ότι η «ενεργειακή φτώχεια», που μεγαλώνει για τις λαϊκές οικογένειες, είναι η άλλη όψη της καπιταλιστικής ανάπτυξης στον κλάδο, των μεγάλων «ντιλς» και συμπράξεων των επιχειρηματικών ομίλων, της στρατηγικής «απελευθέρωσης», στο πλαίσιο των κατευθύνσεων συνολικά στην ΕΕ.
Επομένως, από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, χρειάζεται να δυναμώσει η πάλη για ρεύμα φτηνό σε όλα τα λαϊκά νοικοκυριά, για να μη γίνει καμία διακοπή σε λαϊκές οικογένειες, για ανακούφιση των ανέργων από τις οφειλές στη ΔΕΗ. Να δεθεί αυτός ο αγώνας με τη συνολική αμφισβήτηση των σχεδίων κυβέρνησης - κεφαλαίου για παραπέρα «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας. Με την πάλη για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, για ρεύμα κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, που προϋποθέτει εργατική εξουσία και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.